13 Μαρτίου 2016

Μακεδονικό Ζήτημα. Η ελληνοσλαβική γλώσσα και η κατασκευή της βουλγαρικής συνείδησης στη Θρακομακεδονία (Μέρος Α΄)

«Ντα ζίβε Γκρτσια» («Ζήτω η Ελλάδα»)
Τα τελευταία λόγια που είπε στην ελληνοσλαβική
πριν τον απαγχονισμό του
ο Γραικομάνος Μακεδονομάχος

Του Κωνσταντίνου Ν. Μαδεμλή

 Η ελληνοσλαβική γλώσσα και η κατασκευή της βουλγαρικής συνείδησης στη Θρακομακεδονία.


Η Ελληνοσλαβική γλώσσα και η κατασκευή της βουλγαρικής συνείδησης στη Θρακομακεδονία

Για το «Μακεδονικό ζήτημα» έχουν γραφεί αξιόλογες επιστημονικές εργασίες και διατριβές από σπουδαίους επιστήμονες και έτσι πιστεύω ότι μια παραπάνω μελέτη δεν πρόκειται να συνεισφέρει και πολλά.
Από την άλλη όμως διαπιστώνω από καθημερινές συζητήσεις ότι υπάρχουν πολλοί, και ειδικά νέοι οι οποίοι δεν έχουν τις γνώσεις ή τον χρόνο να μελετήσουν τα συγγράμματα αυτά, τα οποία είναι πάρα πολλά,
και πιο να διαλέξει κανείς;






Έτσι αγνοούν πολλά και σημαντικά ιστορικά τεκμηριωμένα γεγονότα που αποδεικνύουν την ελληνικότητα της Μακεδονίας.
Σαν να μη φτάνει αυτό, υπάρχει και η παραπληροφόρηση από τους Βόρειους γείτονες οι οποίοι βλέπουν την Μακεδονία ως κομμάτι της «Μεγάλης Βουλγαρίας» και τους σλαβόφωνους κατοίκους τους θεωρούν «Βουλγάρους»
ή άλλοι που βλέπουν μια «Ενωμένη Μακεδονία» και την Μακεδονία ως τμήμα αυτού του ανιστόρητου (παν)σλαβικού κατασκευάσματος. 

Από την άγνοια αυτή προκύπτουν ερωτήματα, όπως:
  • -        υπάρχουν σήμερα Σλάβοι στη Μακεδονία και στη Θράκη;
  • -        τι είναι σλαβοφωνία;
  • -        σημαίνει υποχρεωτικά ότι ο σλαβόφωνος είναι και Σλάβος;
  • -        ποιος είναι Σλάβος και ποιος Βούλγαρος και ποιος «εθνικά Μακεδόνας»;
Σε προσκαλώ λοιπόν φίλη αναγνώστρια και φίλε αναγνώστη να κάνουμε ένα ταξίδι μαζί στην ιστορία της Μακεδονίας και να δούμε τα γεγονότα χωρίς εμπάθεια και μισαλλοδοξία, χωρίς όμως να εμβαθύνουμε σε επιστημονικά δύσκολα ζητήματα.

Έτσι μαζί θα δούμε φίλοι μου:
  • την πολιτιστική και γλωσσική εξέλιξη των πρώτων Σλάβων των σλαβηνιών της Μακεδονίας και την διαφορά τους από τους Σεβέρους Σλάβους της Μοισίας-Βουλγαρίας
    .
  •  πώς ο σλαβικός πολιτισμός που έφεραν μαζί τους οι Σλάβοι των σλαβηνιών έσβησε και αντικαταστάθηκε από τον ελληνορθόδοξο πολιτισμό
    .
  • τις εχθρικές επιθέσεις και τις βραχύχρονες καταλήψεις τμημάτων της Μακεδονίας από τους Βουλγάρους Τσάρους.
    .
  • ότι ο διαχωρισμός σε βυζαντινές μητροπόλεις και βουλγαρικές μητροπόλεις που έγινε στις αρχές του 10ου αιώνα είναι διαχρονικός
    .
  • την εξέλιξη της πρωτοσλαβικής γλώσσας στις διάφορες σλαβικές γλώσσες όπως και τις διαφορές της ελληνοσλαβικής( ή ντόπιας όπως λέγεται) γλώσσας με την σλαβοβουλγαρική
    .
  •  ότι στις βυζαντινές μητροπόλεις της Μακεδονίας όπου υπήρχαν σλαβόφωνοι, η ομιλούμενη
     γλώσσα ήταν η ελληνοσλαβική και λόγια γλώσσα η ελληνική από τον 7ο αιώνα μ.Χ. μέχρι σήμερα,ενώ στις βουλγαρικές μητροπόλεις ομιλούμενη η σλαβοβουλγαρική και λόγια στις αρχές του 10ου αιώνα ήταν η παλαιοσλαβονική μέχρι την διάλυση του βουλγαρικού κράτους το 1393, μετά λόγια ήταν η ελληνική μέχρι το 1850 περίπου και από κει και πέρα μέχρι σήμερα ήσλαβοβουλγαρική διάλεκτος του Βελίκου Τάρνοβου
    .
  •  η Βουλγαρική Αναγέννηση δεν ήταν αποτέλεσμα μια εθνικής επαναστατικής κίνησης αλλά προϊόν της πανσλαβικής ιδέας, της ένωσης δηλαδή όλων των «Σλάβων» της Μακεδονίας και της Βουλγαρίας σε ένα νέο έθνος και ένα νέο κράτος, επίσης
    .
  • πώς και από ποιούς φυτεύτηκε και καλλιεργήθηκε η έννοια του «Σλάβου» στη Μακεδονία
    .
  •  παραδείγματα ότι «σλαβοφώνος» δεν σημαίνει «Σλάβος» και θα δούμε την διαφορά «Γραικομάνων» και «Βουλγαρομάνων» στη Μακεδονία και τη διαφορά «Βουλγαρομάνων» και Βουλγάρων
    .
  • με λεπτομέρεια την πλαστογράφηση της ιστορίας στην Δυτική και Ανατολική Μακεδονία με ονόματα και ημερομηνίες και θα δούμε τους πραγματικούς ξένους πρωτεργάτες και τους συνεργάτες-συνεργούς οι οποίοι ήταν προσηλυτισμένοι Μακεδόνες λόγιοι οι οποίοι αναπαρήγαγαν την πανσλαβική ιδέα
    .
  •  διαφορές στη χρήση του όρου ‘Έλληνα’ και ‘Ρωμιού’ από τους ιστορικούς ερευνητές στο ιστορικό γίγνεσθαι στη Μακεδονία.
Φιλοδοξία μας είναι να καλύψουμε την μακεδονική ιστορία από την αρχές του 7ου  μ.Χ. αιώνα μέχρι την Βουλγαρική Εξαρχία, δηλαδή το 1870.
Δεν φιλοδοξώ να δώσω απαντήσεις αλλά περισσότερο, με μια αναδρομή μαζί σας στη  ιστορία, να προβληματιστούμε και να εξετάσουμε από διαφορετική οπτική γωνία αυτά που διαδραματίστηκαν.

Ξεκινάμε λοιπόν.

Υπάρχει η στατική θεώρηση της ιστορίας και η δυναμική.
Αυτό μπορούμε να το καταλάβουμε και να το παρομοιάσουμε με την διαφορά μιας φωτογραφίας και μιας κινηματογραφικής ταινίας .
Μια φωτογραφία αποτυπώνει μια συγκεκριμένη στιγμή, ένα συγκεκριμένο γεγονός, ενώ η ταινία αποδίδει και την εξέλιξη αυτού που αποτυπώνει η φωτογραφία.
Έτσι μια φωτογραφία μπορεί να ερμηνευτεί πολλές φορές με πολλούς τρόπους, ενώ στην ταινία αποτυπώνεται η μεταβολή και η εξέλιξη του γεγονότος.
Η στατική θεώρηση λέει ότι τον 7ο αιώνα μ.Χ. ήρθαν και εγκαταστάθηκαν οι Σλάβοι στις σλαβηνίες και από τότε παραμένουν μέχρι τις ημέρες μας.
Επίσης ότι οι Βούλγαροι ήρθαν και κατέλαβαν μέρη της Μακεδονίας και της Θράκης τον 9ο και 10ο αιώνα επομένως οι σημερινοί κάτοικοι της Θρακομακεδονίας είναι Βούλγαροι.
Αυτή είναι η εύκολη θεώρηση της ιστορίας και αυτή που προπαγανδίζουν οι βόρειοι γείτονες μας.
Θα πρέπει λοιπόν να μας απασχολήσει η  ιστορική πορεία των σλαβικών εθνοτήτων που ήρθαν σε άμεση επαφή με τον ελληνικό πολιτισμό και θα ασχοληθούμε με  τον λεγόμενο εξελληνισμό των Σλάβων και τι κρύβεται πίσω από αυτόν.
Θα ξεκινήσουμε με την μεταβολή του πληθυσμού στην Θρακομακεδονία από τον  7ο αιώνα και μετά.

Όμως επειδή η περιήγησή μας ενδέχεται να κουράσει διαβάζοντας την στην οθόνη του υπολογιστή, σκέφτηκα στην ηλεκτρονική μορφή να γράψω κάπως περιληπτικά τα πράγματα και στην έντυπη, την οποία μπορείτε να «κατεβάσετε» σε pdf μορφή (εδώ).

Α. Έλληνες, Ρωμαίοι και Ρωμιοί.

Εδώ καταρχήν θα πρέπει να αναφερθούμε στην πολυδιάστατη και πολύπτυχη έννοια του ονόματος Έλληνας.

Η διασπορά του Οικουμενικού Ελληνισμού
στην αρχαιότητα
Παραθέτω δίπλα χάρτη με τις αποικίες των αρχαίων Ελλήνων για να φανεί ότι Έλληνας και ελληνισμός δεν είναι υποχρεωτικά συνδεδεμένος με τη γεωγραφική Ελλάδα.

Με τον Μέγα Αλέξανδρο τον 3ο π.Χ αιώνα έχουμε την εξάπλωση της ελληνικής γλώσσας και μέσω αυτής του ελληνικού πολιτισμού στο τότε «γνωστό κόσμο» και τη καθιέρωση της «κοινής ελληνικής» παντού στη αχανή Μακεδονική Αυτοκρατορία.
Οι «κοινή ελληνική» είναι η φυσική εξέλιξη των αρχαίων ελληνικών διαλέκτων.
Η εποχή μετά τον Αλέξανδρο τον Μέγα ονομάστηκε από τον Johann Droysen (1808-1884) Ελληνιστική-Hellenistic period  όρος που αποτυπώνει τον ελληνικό χαρακτήρα της μακεδονικής αυτοκρατορίας.

Μετά την κατάρρευση των Ελληνομακεδονικών κρατών των διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου έχουμε την επικράτηση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.

Ο Ελληνικός πολιτισμός όμως εξακολουθεί να υφίσταται όπως φυσικά και η ελληνική γλώσσα σε όλη την αυτοκρατορία.
Η λατινική γλώσσα μπορεί να ήταν επίσημη γλώσσα της διοίκησης της αυτοκρατορίας αλλά δεν αντικατέστησε την κοινή ελληνική που παραμένει η γλώσσα του εμπορίου, της τέχνης, της παιδείας και του πολιτισμού.

Ο Paul Veyne στο βιβλίο του ‚Die Kunst der Spätantike‘ αναφέρει στην σελίδα 20 ότι
 ¨Η τέχνη των Ρωμαίων ήταν μια εξελληνισμένη τέχνη (hellenisierte Kunst)‘ .
Ο Ρωμαϊκός πολιτισμός είναι ένας εξελληνισμένος πολιτισμός, άλλωστε η επιστημονική κοινότητα μιλά για Ελληνορωμαϊκό πολιτισμό.

Ο όρος «Έλληνας» στα πρώτα χριστιανικά χρόνια είναι ο δωδεκαθεϊστής, ο ειδωλολάτρης και δεν δηλώνει υποχρεωτικά καταγωγή.
Δεν είναι κατά ανάγκη «Έλληνας» ο κάτοικος της Ελλάδας.
Για τον λόγο αυτό χρησιμοποιούνταν και το ¨γένος¨ για να προσδιοριστεί η καταγωγή.
Για παράδειγμα υπάρχει η καταγραφή στο κατά Μάρκο Ευαγγέλιο
«η δε γυνή ην Ελληνίς, Συροφοινίκισσα τω γένει»
δηλαδή φαίνεται ότι προσδίδεται με το «Έλληνας» ο θρησκευτικός και όχι κατ’ ανάγκην ο εθνικός χαρακτήρας, γιατί αν η ίδια η γυνή βαπτιζόταν τι θα άλλαζε;
Απλώς δεν θα ήταν πλέον «Ελληνίς» αλλά χριστιανή, αλλά δεν θα άλλαζε το γένος!

Σημαντικό ορόσημο είναι η αναγνώριση της χριστιανικής θρησκείας με το διάταγμα των Μεδιολάνων το 313 μ.Χ. από τον Μέγα Κωνσταντίνο και η ανακήρυξη στις 27 Φεβρουαρίου του 380 του Χριστιανισμού ως επίσημης Θρησκείας της αυτοκρατορίας από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο.
Τι γίνεται όμως με το ελληνικό ή (και) εξελληνισμένο ρωμαϊκό πολιτισμό στη νέα χριστιανική αυτοκρατορία;

Ο χριστιανισμός εξαπλώθηκε σε όλη την Ρωμαϊκή αυτοκρατορία και παρόλο που εβραίοι είναι οι πρώτοι απόστολοι της νέας Θρησκείας χρησιμοποιείται η ελληνική γλώσσα (το Ευαγγέλιο θα μεταφραστεί μετά από δύο αιώνες στην λατινική γλώσσα).

Ο χριστιανισμός είναι θρησκεία και δεν είναι εθνότητα.
Οι χριστιανοί που ασπάζονται την νέα θρησκεία δεν αλλάζουν εθνότητα.
Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι σε  τοιχογραφίες
της Ιεράς Μονής Μεγάλου Μετεώρου

Εδώ να αναφέρω ως παράδειγμα τον Άγιο Δημήτριο (περ. 270-306 μ.Χ.) τον Μακεδόνα εκ Θεσσαλονίκης.
Ήταν αξιωματικός του Ρωμαϊκού Στρατού, χιλίαρχος για την ακρίβεια και μαρτύρησε για την πίστη του στον χριστιανισμό.
Αν αναρωτηθούμε τι εθνικότητα ήταν, σίγουρα μπορεί να πει κανείς ότι ήταν Έλληνας Μακεδόνας αλλά και Ρωμαίος πολίτης και χριστιανός.
Δεν άλλαξε εθνικότητα, όπως δεν άλλαξαν τα εκατομμύρια των χριστιανών που μαρτύρησαν για την πίστη τους.

Αυτό που αλλάζει λοιπόν είναι μόνο η κατάργηση της ειδωλολατρίας και ότι είναι συνυφασμένο με αυτήν.
Είναι ιστορική πραγματικότητα όμως ότι πολλοί  αρχαίοι ειδωλολατρικοί ναοί μετατράπηκαν σε χριστιανικούς ναούς και πολλοί, ναι, δυστυχώς καταστράφηκαν.
Η μετατροπή όμως και σε μερικές περιπτώσεις η ταύτιση-παρομοίωση των αρχαίων θεοτήτων με αγίους της ορθόδοξης παράδοσης χαρακτηρίζει την συνέχιση του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού.
Όπως και η  βαθμιαία απορρόφηση και αντικατάσταση αρχαιοελληνικών θρησκευτικών συμβόλων και εορτών οι οποίες ενσωματώνονται στην νέα θρησκεία και φτάνουν μέσω της λαϊκής παράδοσης μέχρι της μέρες μας.

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι με την επισημοποίηση του χριστιανισμού έχουμε μια νέα μορφή του ελληνικού πολιτισμού, τον ελληνορθόδοξο
σε όλη την επικράτεια της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και ειδικά στην Ανατολική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, την Ρωμανία αυτήν που ονομάζουμε (κακώς) Βυζάντιο.

Ο ελληνορθόδοξος πολιτισμός δεν ήρθε δηλαδή εκ του μη όντος, από το πουθενά αλλά ήταν η συνέχιση του ελληνορωμαϊκού που ήταν συνέχεια του αρχαίου ελληνικού.

Η Ρωμανία τον 5ο μ.Χ. αιώνα
Όπως όλοι οι ζωντανοί πολιτισμοί διαμορφώνονται, έτσι και ο νέος ελληνορθόδοξος Ρωμαϊκός έχει τα στοιχεία του αρχαίου ελληνικού, έχει την ελληνική γλώσσα και τη ελληνική παιδεία, απλώς αντί για το δωδεκάθεο έχουμε την ορθόδοξο χριστιανική πίστη.

Ο χριστιανισμός γκρέμισε μεν την ελληνική ειδωλολατρία αλλά ο νέος ελληνορθόδοξος Ρωμαϊκός πολιτισμός είναι η συνέχεια του αρχαίου ελληνικού πνεύματος και πολιτισμού.

Μεγάλη η συνεισφορά των Αγίων Τριών Ιεραρχών αλλά και άλλων Πατέρων στην ενσωμάτωση της κλασσικής ελληνικής φιλοσοφίας στα πιστεύω της νέας θρησκείας.

Κατά τη περίοδο της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας οι υπήκοοι λέγονται και αυτοπροσδιορίζονται ως Ρωμαίοι, και όχι Έλληνες, γιατί ο όρος ‘Έλληνας’, όπως είπαμε τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες είναι συνυφασμένος με τον ‘εθνικό’ δηλαδή τον ‘ειδωλολάτρη’.

Οι πρώτοι χριστιανοί της Ελλάδας και της λοιπής Βυζαντινής Ρωμαικής αυτοκρατορίας ονομάζονται Ρωμαίοι και η αυτοκρατορία ονομάζεται Ρωμανία( "Imperium Romaniae")
 μέχρι την πτώση της Κωνσταντινούπολης.

Παρόλο που η λέξη «Έλληνας» στους πρώτους αιώνες της Ρωμανίας είναι συνυφασμένη με την αρχαία ελληνική λατρεία προοδευτικά,
από τον 11ο αιώνα μ.Χ. η αφομοίωση της χριστιανικής θρησκείας και του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού σε μια νέα οντότητα που λέγεται ελληνοορθοδοξία
 φέρνει στο προσκήνιο πάλι τον όρο «Έλληνα» αλλά με διαφορετικό περιεχόμενο.
Έλληνας είναι πλέον ο χριστιανός Ρωμαίος,
 αυτό φαίνεται και από την ιστοριογραφία από τον 11ο αιώνα και μετά.
Κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας οι δύο όροι «Έλληνας» και «Ρωμαίος-Ρωμιός» ήταν ταυτόσημοι.

Ο οριστικός σύγχρονος προσδιορισμός του ποιος είναι Έλληνας θα διατυπωθεί στη Πρώτη Εθνική Συνέλευση της Επιδαύρου (20 Δεκεμβρίου 1821 - 16 Ιανουαρίου 1822) :

«Όσοι αυτόχθονες κάτοικοι της Επικρατείας της Ελλάδος πιστεύουσιν εις Χριστόν εισίν Έλληνες…..»
Δηλαδή η Εθνοσυνέλευση μονοσήμαντα και χωρίς παρερμηνείες προσδιορίζει ότι Έλληνες είναι οι Χριστιανοί της Επικράτειας.

Αλλά ας γυρίσουμε στους πρώτους αιώνες της Ρωμανίας ή του Βυζαντίου όπως συνηθίζεται να λέγεται.

Ο Κωνσταντίνος Ζ’ ο Πορφυρογέννητος (905-959 μ.Χ.) στο βιβλίο του «Προς τον ίδιον υιόν Ρωμανόν» γράφει:
«Πρέπει να γνωρίζομε ότι οι κάτοικοι του κάστρου της Μάνης δεν είναι από τη γενιά των Σλάβων που μιλήσαμε πιο μπροστά,
αλλά κατάγονται από τους παλαιότερους Ρωμιούς, οι οποίοι ως τα τώρα ονομάζονται Έλληνες από τους ντόπιους,
γιατί σε πολύ παλιά χρόνια ήταν ειδωλολάτρες και προσκυνούσαν τα είδωλα σαν τους αρχαίους Έλληνες,
 και οι οποίοι αφού βαφτίστηκαν επί της βασιλείας του αοίδιμου Βασιλείουέγιναν χριστιανοί.».
«Αοίδιμος Βασίλειος» είναι ο Βασίλειος Α΄ ο Μακεδών (811886).

Πρώτον έχουμε την ταύτιση Ρωμιών και Ελλήνων και
δεύτερον έχουμε την πληροφορία ότι η αρχαία ειδωλολατρική θρησκεία υπήρχε μέχρι τον 9ο μ.Χ. αιώνα στη Πελοπόννησο, και
τρίτον ότι υπήρχαν Σλάβοι στη περιοχή της Μάνης.

Β. Οι Σλάβοι.

Έχει μεγάλη σημασία να καταλάβουμε τί ακριβώς έγινε με την κάθοδο των Σλάβων στα Βαλκάνια, γιατί θεωρώ από την άγνοια, την ημιμάθεια και την προπαγάνδα δημιουργείται μια  ασαφής και ανακριβής εικόνα για τις σλαβικές γλώσσες και τις σλαβικές εθνογενέσεις.

Β.1 Τα σλαβικά φύλα

Θεωρώ ότι είναι λάθος και από τις μεγαλύτερες πλάνες η εικόνα και η εντύπωση που καλλιεργείται  από ορισμένους κύκλους ότι οι  Σλάβοι ήταν ειρηνικός λαός και ότι οι πρώτοι έποικοι των Σλαβηνιών ήταν «φιλήσυχοι».
Ακριβώς το αντίθετο ισχύει.

Οι Σλάβοι ήταν ένας βάρβαρος και επιθετικός λαός που αποκλειστικός τους στόχος ήταν να εισβάλουν στην πλούσια Ρωμαϊκή αυτοκρατορία από τις βορεινές προγονικές τους εγκαταστάσεις, για να αρπάξουν, να καταστρέψουν και να απαγάγουν για να εκβιάσουν χρηματικές αποζημιώσεις.
Οι βυζαντινοί ιστοριογράφοι αναφέρονται σε πολλά σημεία για τους πολέμους των Ρωμαίων αυτοκρατόρων εναντίων των βαρβάρων Σλάβων.

Από την άλλη δεν ήταν και δεν είναι λίγοι αυτοί που προσπαθούν να μεταδώσουν μια ομιχλώδη εικόνα, ότι δηλαδή η Βουλγαρία, η Θρακομακεδονία και η υπόλοιπη Ελλάδα, μάλιστα και η Πελοπόννησος «πλημμύρησαν» από τους «φιλήσυχα» Σλαβικά φύλλα και εξαφανίστηκε ο ελληνικός πολιτισμός και οι «Έλληνες».

Από τους πρώτους ανθέλληνες ο περιηγητής και αρχαιολόγος και αξιωματικός πυροβολικού W. M. Leake (1777-1860) στο  ‘Researches in Greece (London 1814) βλέπει παντού «σλαβοποίηση» και «αλβανοποίηση» του ελληνικού πληθυσμού στα Βαλκάνια.

Ως πιο διάσημος όμως ανθέλληνας ανακηρύχθηκε ο Jakob Philipp Fallmerayer (1790-1861) με το έργο του    ‘Geschichte der Halbinsel Morea’ (1830).
Έτσι στη δημοσίευση των θέσεων του στη ‘Zeitung für die elegante Welt‘ του 1830, σελίδα 250 και επόμενες, ισχυρίζεται ότι
‘το  γένος των Ελλήνων(Hellenen) είναι στην Ευρώπη εξαφανισμένο’
„Das Geschlecht der Hellenen ist in Europa ausgerottet [...]
Και:
‘Ούτε μια σταγόνα του ευγενούς και καθαρού Ελληνικού αίματος ρέει στις φλέβες του χριστιανικού πληθυσμού της σημερινής Ελλάδας’
Denn auch nicht ein Tropfen edlen und ungemischten Hellenenblutes fließt in den Adern der christlichen Bevölkerung des heutigen Griechenlands (1830).“

Επομένως είχαμε, κατά την άποψη του πλήρη σλαβοποίηση της Ελλάδας και εξαφάνιση του ελληνισμού και επομένως οι ελεύθεροι Έλληνες (Griechen) ήταν Σλάβοι και Αλβανοί.

Μεγάλη ήταν η αντίδραση από Έλληνες και ξένους λόγιους και ιστορικούς στην ανιστόρητη αυτή θεωρία την εποχή εκείνη.
Από τους Έλληνες αναφέρω μόνο τον μεγάλο Ιστορικό Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο (1815-1891).
Είναι αυτός που αντέκρουσε με ιστορικά επιστημονικά κριτήρια και ισοπέδωσε την θεωρία του Fallmerayer.
Από τους Γερμανούς θα αναφερθώ στον  Johann Wilhelm Zinkeisen (1808-1863) ο οποίος στο ογκωδέστατο έργο του Geschichte Griechenlands Vom Anfange geschichtlicher Kunde bis auf unser Tage’, αποδεικνύει με μεγάλη ακρίβεια τις λανθασμένες θέσεις του Fallmerayer αναφερόμενος συγκεκριμένα σε βυζαντινές πηγές και που ακριβώς έσφαλε.

Όλο το έργο του Zinkeisen αποδεικνύει την ιστορική συνέχεια του ελληνικού γένους, από τις αρχές της ιστορίας μέχρι το 1832.

Το ότι οι βάρβαροι Σλάβοι εισέβαλαν στον ελλαδικό χώρο είναι αναμφισβήτητο.
Αλλά θυμηθείτε το παράδειγμα με την φωτογραφία και την ταινία.
Υπάρχει μεν η παρουσία των Σλάβων αλλά υπάρχει και η μεταβολή!

Οι περιοχές των πρώτων Σλάβων
Σήμερα επικαλούνται τις θέσεις του  Fallmerayer ανιστόρητοι ανθέλληνες για να αμφισβητήσουν την συνέχεια του ελληνικού γένους και κατά κόρον χρησιμοποιούνται οι θέσεις του ειδικότερα στο Μακεδονικό Ζήτημα.

Ας εξετάσουμε λοιπόν ποιοι ήταν αυτοί οι Σλάβοι που κατά τον Fallmerayer αλλά και αρκετών σύγχρονων οπαδών του, είμαστε «απόγονοί» τους.

Είπα προηγουμένως κάθοδος, αλλά από πού κατέβηκαν οι Σλάβοι;
Ακόμη και σήμερα δεν είναι επιστημονικά εξακριβωμένη η γενέτειρα των Σλάβων και δεν μπορούμε να μιλούμε με βεβαιότητα για ένα έθνος.

Οι Σλάβοι ανήκουν σε μια μεγάλη γλωσσική και πολυεθνική οικογένεια και ουσιαστικά όταν μιλάμε για αυτούς πρέπει να έχουμε κατά νου ότι ήταν πολυάριθμες μικρές αυτοδύναμες κοινότητες χαμηλού πολιτιστικού επιπέδου ( ¨niedrigem Zivilisationsniveau¨ κατά  Rene Pfeilschifter ‚Die Spätantike‘. Σελ. 245).

Άξιον απορίας είναι ότι λείπει από τους αρχαίους Έλληνες και αρχαίους Λατίνους ιστοριογράφους η αναφορά στις φυλές των Σλάβων στους προχριστιανικούς αιώνες, παρόλο που υπάρχει ακριβής καταγραφή για την εθνότητα των διαφόρων βαρβαρικών φυλών της Βόρειας Ευρώπης της εποχής εκείνης.
Όμως πολλές είναι οι βυζαντινές πηγές για την κάθοδο των Σλάβων στη Βαλκανική χερσόνησο

Β.1.1. Σλαβικές επιδρομές

Έτσι καταγράφεται το 547/548 μ.Χ. η πρώτη επίθεση Σλάβων στην Αδριατική συγκεκριμένα στο Δυρράχιο.

Ο Johann Wilhelm Zinkeisen στο βιβλίο του Geschichte Griechenlands Vom Anfange geschichtlicher Kunde bis auf unser Tage’, σελίδα 674 αναφέρει ότι το 550 μ.Χ., περίπου 3.000 Σλάβοι περνούν τον Δούναβη με κατεύθυνση τον Έβρο καταλαμβάνουν το ρωμαϊκό οικισμό στο Τόπειρους (έξω από την σημερινή Ξάνθη) σκοτώνουν 15.000 άνδρες και παίρνουν μαζί τους γυναίκες και παιδιά.
Δεν αναφέρεται ακριβής αριθμός των σκλάβων των Σλάβων αλλά σίγουρα θα είναι πολλαπλάσιος των φονευθέντων.
Εγείρετε έτσι το ερώτημα πόσο ¨καθαροί¨ ήταν οι μετέπειτα Σλάβοι, όχι μόνο από την αναφερθείσα αρπαγή αλλά και από άλλες που ακολούθησαν τους επόμενους αιώνες.
Το 550 μ.Χ. μια μεγάλη ομάδα Σλάβων επιτίθεται στη Ναϊσό (σημερινό Niš) και τρέφει φιλόδοξα σχέδια να καταλάβει την Θεσσαλονίκη, μετά από αποτυχημένη όμως προσπάθεια το 584 μ.Χ. φεύγουν βόρεια στα όρη της Δαλματίας με σκοπό να καταλάβουν την βόρεια Ιταλία των Οστρογότθων.
Από κει ξανακατεβαίνουν στα νοτιοανατολικά Βαλκάνια πολιορκούν και καταστρέφουν την Αδριανούπολη και συγκεντρώνονται σε περιοχή που βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από την Κωνσταντινούπολη (Peter  Heather, ‘Invasion  der  Barbaren.  Die  Entstehung  Europas’ σελίδα 362).
Δεν υπάρχουν αναφορές για εγκατάσταση Σλάβων μέχρι το 570 μ.Χ., αλλά υπάρχουν καταγραφές μόνο για επιδρομές και καταστροφές.
Εκείνη τη χρονική περίοδο όμως αλλάζουν όλα με την εισβολή των Αβάρων.

Οι Άβαροι ήταν τουρκόφωνο φύλο και ήταν το πιο ισχυρό σε μια νομαδική ομοσπονδία στα όρια της Κίνας.
Χάνοντας όμως την ηγεσία από αντίπαλο τουρκικό φύλο, εκδιωχθέντες ζήτησαν το 558 μ.Χ. άσυλο από τον Αυτοκράτορα Ιουστινιανό.
Ο 
Ιουστινιανός Α΄ ο Μέγας (527-565) τους ανέθεσε την προστασία των βορείων συνόρων του, κάτι που δεν τους άρεσε.
Συνασπιζόμενοι με άλλους τουρκόφωνους Βούλγαρους νομάδες κατέλαβαν το 570 στις πεδιάδες της Ουγγαρίας.

Η εμφάνιση των Αβάρων αλλάζει τον ρόλο και την ιστορία των Σλάβων.
Η σχέση των Αβάρων και των Σλάβων είναι αρκετά μπερδεμένη γιατί σε πολλές περιπτώσεις έχουμε συμμαχία μεταξύ τους ενάντια στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και άλλοτε εχθρικές συγκρούσεις μεταξύ τους.
Η επιθετικότητα πάντως των Αβάρων ανάγκασε πολλά σλαβικά φύλλα να εγκαταλείψουν τα Καρπάθια και να μετοικήσουν νοτιότερα.
Καθοριστικής σημασίας ήταν η αντιπαλότητα των σλαβικών φύλων και οι κατ’ επανάληψη ήττες τους από τον Χά(γα)νο των Αβάρων Βαϊανόο οποίος είχε συνάψει ειρήνη με τον Μαυρίκιο.
Η εκστρατεία του Μαυρικίου εναντίον των Περσών στον πόλεμο που ξεκίνησε από τον   Ιουστίνο Β΄ το  572 μ.Χ. τον ανάγκασε να αποτραβήξει τα Ρωμαϊκά στρατεύματα από τη Βαλκανική και στην ουσία να την αφήσει έρμαιο της ληστρικής διάθεσης των Αβάρων και των Σλάβων.

Στα «Χρονικά της Μονεμβασιάς» αναφέρονται τα γεγονότα από την επικράτηση και την προσωρινή εγκαθίδρυση Σλαβικών οικισμών στη Πελοπόννησο.
Τα πράγματα άλλαξαν δέκα χρόνια μετά όταν ο Μαυρίκιος μετά την νικηφόρο εκστρατεία με τους Πέρσες ήρθε και εκδίωξε τους Σλάβους από την Πελοπόννησο.

Το σκηνικό με την αποδυνάμωση της ρωμαϊκής στρατιωτικής παρουσίας επαναλαμβάνεται το 604 μΧ όταν ο διάδοχος του Μαυρικίου Φωκάς εκστρατεύει εναντίων των Περσών.
Μάλιστα το 614 κινδύνευσε η Θεσσαλονίκη να πέσει στα χέρια των Αβάρων και το 626 ακόμα και η Κωνσταντινούπολη.
Μαζί με τις πολιορκίες έρχεται και η σλαβική εγκατάσταση όλο και περισσότερο στη νότιο Βαλκανική.
Από τον ιστορικό Θεοφάνη πληροφορούμαστε ότι το έτος 657 μ.Χ.
«…τούτω τω έτει επιστράτευσεν ο βασιλεύς κατά Σκλαβηνίας, και ηχμαλώτευσεν πολλούς και υπέταξεν».
Αυτό που είναι άγνωστο είναι αν όλα αυτά τα σλαβικά φύλλα των Βαλκανίων εκτός της γλώσσας που χρησιμοποιούσαν και συνεννοούνταν μεταξύ τους, είχαν και το αίσθημα της ενότητας αφού όπως προανέφερα ανήκαν σε μια πολυεθνική οικογένεια.
Από ορισμένους ιστορικούς που  αναφέρονται στις επιδρομές των βαρβάρων γράφουν ¨φύλλα ομιλούντα την σλαβική γλώσσα¨ για να δηλώσουν την ανομοιογένεια, ότι δηλαδή δεν σημαίνει υποχρεωτικά  ότι ήταν όλα τα βάρβαρα φύλα ήταν και σλαβικά .
  
Β.1.2. Μετοικήσεις  Σλάβων στη Μικρά Ασία

Έτσι εκ πρώτης όψεως φαίνεται μια έντονη παρουσία των Σλάβων στο ελλαδικό χώρο.
Η κατάσταση αλλάζει όμως δυναμικά στα τέλη του 680 μ.Χ. όταν ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός Β΄(685-711 μΧ) εξαναγκάζει σε μετοικισμό 30.000 Σλάβους της Μακεδονίας στην Μικρά Ασία (Peter JHeather  S 362).

Αλλά και ο Ostrogorsky στην «Ιστορία του Βυζαντίου» αναφέρεται σε μετακινήσεις Σλάβων:

«Αργότερα προστέθηκαν ως στρατιώτες στα θέματα της Μ. Ασίας πολλοί Σλάβοι απ' αυτούς που εγκατέστησε εκεί η βυζαντινή κυβέρνηση..» (σελ. 90).
Επίσης: 
«Φαίνεται ότι μετά την εκστρατεία του Κώνστα Β' μεγάλες μάζες Σλάβων μεταφέρθηκαν στη Μ. Ασία.
Από την εποχή αυτή και πέρα συναντάμε Σλάβους στη Μ. Ασία καθώς και Σλάβους στρατιώτες στην υπηρεσία του αυτοκράτορα.
Το 665 ένα σύνταγμα από 5.000 Σλάβους στρατιώτες λιποτάκτησε προς τους Άραβες και εγκαταστάθηκε στη Συρία. (σελ. 97)».
Ο Zinkeisen μάλιστα στο προαναφερθέν έργο του στην σελίδα 735 αναφέρει:

«ο 
Ιουστινιανός Β΄ ο Ρινότμητος (668-711) το 686 και 687 έστειλε τα στρατεύματά του εναντίων των Βουλγάρων στη Θράκη και ο ίδιος επικεφαλής εξεδίωξε τους Βουλγάρους στα μέρη όπου υπήρχε η συμφωνία με τους Ρωμαίους
και δυτικά εναντίων των σλαβικών φύλων τα οποία είχαν διεισδύσει μέχρι της Θεσσαλονίκης, τα οποία και έθεσε υπό τον έλεγχό του.
Το μεγαλύτερο μέρος των σλαβικών αυτών φύλων περίπου 30.000 άνδρες το μετέφερε στην Μικρά Ασία στο βυζαντινό Θέμα του Οψικίου (Thema Obsequium). ..
Ένα μικρό τμήμα παρέμεινε στη Μακεδονία και σε αυτούς παραχωρήθηκαν μόνιμες εγκαταστάσεις στα ορεινά τμήματα του Στρυμώνα με σκοπό να φυλούν τις διαβάσεις προς την Θράκη.»
Αλλά και στη σελίδα 745:

« Ο 
Κωνσταντίνος Κοπρώνυμος (741-775) στις νεοαναγερθείσες πόλεις στη Θράκη έφερε Σύρους και Αρμένιους από την Θεοδοσιούπολη (σ.σ. σημερινό Erzurum Τουρκίας) και Μαλάτεια (σ.σ. σημερινή Malatya στη Τουρκία).
Το έτος δε 762 μετέφερε περί τους 208.000(διακόσιες οκτώ χιλιάδες) Σλάβους στη Βιθυνία.
Στο έργο του Πατριάρχη Νικηφόρου «Ιστορία σύντομος από του Μαυρικίου βασιλέως» στην ενότητα Ρ.49 πληροφορούμαστε το έτος 768  ότι Σλάβοι, είχαν απαγάγει 2.500 χριστιανούς από τις νήσους Σαμοθράκη, Ιμβρο και Τένεδο και τους οποίους εξαγόρασε ο «Κωσταντίνος  (σ.σ. ο Κοπρώνυμος) δε τους των Σλαβηνών αποστέλει άρχοντας..»
 
Μετά δηλαδή από  συνεχείς μακροχόνιες επιδρομές και καταστροφές έχουμε μόνιμη εγκατάσταση Σλάβων στο νότιο Βαλκανικό χώρο στις λεγόμενες σλαβηνίες.
 Β.1.3. Σλαβηνίες, οι εγκαταστάσεις ομάδων Σλάβων στα βυζαντινά εδάφη.
Παράλληλα με τον όρο σλαβηνία ο οποίος δηλώνει χωροταξική κατανομή στη Μακεδονία υπάρχουν και οι Ζουπανίες οι οποίες δηλώνουν οργανωτική-διοικητική μορφή στην οποία επικεφαλής είναι ο Ζουπάνος ως αρχηγός.
Για τη Μακεδονία όμως δεν έχουμε αναφορές στην οργανωτική αυτή μορφή, δηλαδή στις Ζουπανίες ενώ υπάρχουν πολλές για τις περιοχές των Δαλματίων όπου ζουν οι «Χρωβάτες» δηλαδή οι Κροάτες και οι «Σέρβιοι» δηλαδή οι Σέρβοι.

Από το βιβλίο του Στράτου Θεοδοσίου, «ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΚΑΙ ΣΛΑΒΟΙ – H ιστορική πορεία των βαλκανικών κρατών από την κάθοδο των σερβικών φύλων στα Βαλκάνια έως την άλωση της Κωνσταντινούπολης» αναφέρω τα παρακάτω:

«..Κατά διαστήματα οι σερβικές ζουπανίες ενώνονταν σε εύθραυστες συμμαχίες-κράτη, που τότε τα διοικούσαν οι λεγόμενοι μεγάλοι Ζουπάνοι.
 Αυτά ήταν η Ζέτα (Zeta) ή Διόκλεια (Doclea ή Duklja), δηλαδή το σημερινό Μαυροβούνιο, η Ράσκα (Raška ή Rascia), η Νέρετβα (Neretva), η Παγκάνια (Pagania), η Κονάβλη (Konavli), η Ζαχούμλιε (Zachlumia ή Zahumlje), δηλαδή η σημερινή Ερζεγοβίνη, και η Τραβούνια (Travunia) για να αναφέρουμε τα κυριότερα

Από τα «Θαύματα του Αγίου Δημητρίου» και άλλες πηγές, όπως λ.χ. τον Ιωάννη Καμινιάτη και τον Κωνσταντίνο Πορφυρογέννητο,
γνωρίζουμε τα ονόματα των σημαντικότερων σλαβικών φύλων που είχαν εγκατασταθεί στη Μακεδονία:
Οι Μακεδονικές Σλαβηνίες
 με τα ονόματα των σλαβικών φύλων
Οι Δρουγουβίτες στην περιοχή δυτικά της Θεσσαλονίκης πιθανόν κοντά στη Βέροια και ως το Μοναστήρι,
οι Σαγουδάτοι — για τους οποίους υπάρχει και η άποψη ότι δεν είναι Σλάβοι αλλά κελτολατινόγλωσσο φύλο που ήλθε από την περιοχή του Δούναβη— στα νότια των πρώτων,
 οι Ρυγχίνοι στα στενά της Ρεντίνας ή κατά μία άποψη στις εκβολές ή ορθότερα στον κάτω ρου του Αλιάκμονα, οι Βαϊοννίτες ίσως στην Ήπειρο,
οι Βελεγιζίτες στην περιοχή της Δημητριάδος στη Θεσσαλία,
 οι Στρυμονίτες στην περιοχή του Στρυμόνα, οι Σμολεάνοι στην περιοχή μεταξύ του άνω Νέστου και του άνω Άρδα,
και στην Πελοπόννησο 
Μελιγγοί και
Εζερίτες.
(Αλκμήνης Σταυρίδου-Ζαφράκα, Διεθνές Συμπόσιο "ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ') ή αναλυτικότερα «Κατάλογος Σλαβικών φυλών».

Β.1.4. Κοινωνική δομή των σλαβηνιών 

Ο όρος «σλαβηνία» δηλώνει όπως είπαμε γεωγραφικό χώρο (π.χ. Σλαβηνίαι Στρυμόνος), τη φυλή (π.χ. Σλαβηνίαι Δρουγουβιτών) καθώς και τον τρόπο κοινωνικής και διοικητικής οργάνωσης των εποικιστών.

Οι σλαβηνίες σχηματίστηκαν από «γένη», που απαρτίζονταν από ομάδες οικογενειών με κοινό συνεκτικό κρίκο την αναγωγή σε κοινούς προγόνους.

Η κοινωνική δομή ήταν πατριαρχική.
Οι κάτοικοι ενός τόπου αποτελούσαν μια κοινοβιακού τύπου κοινής ιδιοκτησίας ενότητα (obschtinazadrugaRod), τα μέλη της οποίας έφεραν ένα κοινό όνομακαι επικεφαλής ήταν ένας εκλεγμένος ηγέτης o Starostao «ρήγας», ο οποίος ήταν και ο διαχειριστής της κοινής ιδιοκτησίας.
Η έννοια της κληρονομιάς ήταν ξένη στην ενότητα. Περισσότερες τέτοιες ενότητες σχημάτιζαν το φύλο (pljeme).

Έτσι αναφέρεται για παράδειγμα ότι η φυλή των Δραγουβίτων είχε πολλούς «ρήγες», όχι ότι ήταν πολυάριθμο φύλο αλλά είχε πολλούς αντιπροσώπους.
Η ιδιομορφία τους ήταν ότι αποτελούσαν γεωγραφικές αυτόνομες διοικητικές μονάδες που ήταν υποχρεωμένες να πληρώνουν «πάκτο» (ήταν δηλαδή «υπόφοροι») στις βυζαντινές αρχές.
Αρχικά οι «ρήγες» τους λογοδοτούσαν απευθείας στον αυτοκράτορα χωρίς να περνούν από την τοπική επαρχιακή διοίκηση.
Η βυζαντινή διοικητική ευφυία ενσωμάτωσε τους «ρήγες» αυτούς στις δικές της διοικητικές δομές δίνοντας σε αυτούς ρόλους μέσα στη βυζαντινή διοίκηση.

Έτσι οι αρχηγοί-«ρήγες» πρώτοι είναι αυτοί που εκ των πραγμάτων ενσωματώθηκαν στο ελληνικό πνεύμα και πολιτισμό τον οποίο πολιτισμό, με τη ισχύ και την επιρροή που είχαν μετέφεραν στους δικά τους σλαβικά φύλα.
Θεωρώ ότι με αυτόν τον τρόπο έγινε ένας ήπιος εκχριστιανισμός των Σλάβων των σλαβηνιών.

Η μετάβαση από τον σλαβικό πολιτισμό στον ελληνοχριστιανικό έγινε δηλαδή χωρίς αντιδράσεις αφού αυτοί (οι «ρήγες») που θα μπορούσαν να αντιδράσουν είναι αυτοί  που δρομολόγησαν και την αλλαγή γιατί ήταν ενσωματωμένοι στην βυζαντινή διοίκηση.
Άρα δεν μπορεί κανείς να ισχυρισθεί ότι υπήρξε βίαιος εξελληνισμός, όπως ισχυρίζονται σήμερα ορισμένοι.
Άλλωστε αν υπήρχε διαταγή για (βίαιο) εκχριστιανισμό θα μας ήταν γνωστή από τους ιστοριογράφους, κάτι που δεν υπάρχει.

Ο
 Κεδρηνός Γεώργιος ιστορικός του 11ου αιώνα αναφέρει στη σελίδα 370 του έργου του «Σύνοψις Ιστορική» τον Πατριάρχη Νικήτα Α΄(766-780) ότι ήταν «σθλαβικής» δηλαδή σλαβικής καταγωγής.

Βλέπουμε δηλαδή ότι εκατό χρόνια πριν τον εκχριστιανισμό των Βουλγάρων το 864 μ.Χ. έχουμε Πατριάρχη Κωνσταντινούπολης σλαβικής καταγωγής.

Από τον 9ο αιώνα, βασικά μετά τις εκστρατείες του Θεόκτιστου ( Zinkeisenσελίδα 767) δηλαδή επί βασιλείας Μιχαήλ Γ΄ του Μέθυσου (839-867) πουθενά δεν είναι καταγεγραμμένη εξέγερση ή στάση των Σλάβων των σλαβηνιών ενάντια στο Ρωμαϊκό κράτος.
 Δηλαδή μετά τον εκχριστιανισμό και στην ουσία μετά τον εξελληνισμό τους δεν υπάρχει κοινωνική αντίδραση ούτε στάση ούτε επανάσταση.

Β.1.5. Η αποσλαβοποίηση των Σλαβηνιών

Οι βυζαντινοί στη προσπάθεια της ομαλής λειτουργίας του κράτους μετάθεταν πληθυσμιακές ομάδες από το ένα σημείο της αυτοκρατορίας στο άλλο.
Είδαμε τις μαζικές μετακινήσεις των Σλάβων προς την Μικρά Ασία.

Μια άλλη μεγάλη μετακίνηση προς της σλαβηνίες και ειδικά των Δραγουβιτών ήταν οι Σιρμησιανοί.

Οι Σιρμιασιανοί ή Σιρμησιανοί ή Σερμησιάνοί ήταν Ρωμιοί αιχμάλωτοι των Αβάρων στο Σίρμιο της Πελαγονίας (πλησίον της  Μητροβίτσα Κοσσυφοπεδίου), εξ ου και το όνομα τους και οι οποίοι είχαν εξελιχθεί μέσα το κράτος των Αβάρων σε πολυάριθμη κοινότητα.

Αυτοί λοιπόν μετά την διάλυση του  κράτους των Αβάρων μετακόμισαν στις σλαβηνίες της Μακεδονίας και συγκεκριμένα στη περιοχή που είχαν εγκατασταθεί οι Δραγουβίτες (βόρεια της Θεσσαλονίκης).
Από γραπτές πηγές φαίνεται ότι οι Δραγουβίτες επωμίστηκαν τον επισιτισμό των νέων εποίκων, κατόπιν αυτοκρατορικής διαταγής, πράγμα που δηλώνει ότι οι Σερμησιανοί ήταν μια πολυπληθής ομάδα.

Βλέπουμε ότι δεν έχουμε μια ακατοίκητη περιοχή στην οποία εγκαθίστανται οι Σλάβοι
όπως θέλουν ορισμένοι σήμερα να παρουσιάσουν,
αλλά αναμείχθηκαν με τους ντόπιους ελληνικούς μακεδονικούς πληθυσμούς αλλά και με ελληνικούς πληθυσμούς που εποικίζουν στην ίδια περιοχή μετά από αυτούς.

Δημιουργούνται με αυτό τον τρόπο τα μικτά ή αμφίμικτα όπως αναφέρονται στην βυζαντινή βιβλιογραφία χωριά («κώμες»).
Αναφέρονται μάλιστα περιπτώσεις αμφίμικτων χωριών από Δραγουβίτες και Σαγουδάτες, γεγονός που ενισχύει την υπόθεση ότι οι Σαγουδάτοι δεν ήταν σλαβικό αλλά κελτολατινόγλωσσο φύλο.

Ο Νικηφόρος Α' (802-811)συμπεριέλαβε τις σλαβηνίες στην πρώτη κάκωση.
Κακώσεις ονομάζονταν τα τολμηρά οικονομικά μέτρα που απέβλεπαν στην ανάκαμψη του εμπορίου και την αύξηση των εσόδων του βυζαντινού κράτους.


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Οι πρώτοι Σλάβοι του 7ου αιώνα που εισέβαλαν στα νότια Βαλκάνια ήταν εχθροί των Ρωμαίων Μακεδόνων της εποχής εκείνης γιατί οι ληστρικές τους επιδρομές  είχαν σκοπό τις δολοφονίες, την κλοπή θησαυρών και την αρπαγή γυναικών και παιδιών.

Μετά από λίγους αιώνες έχουμε την εγκατάσταση στις Σλαβηνίες και κατόπιν
την υποχρεωτική μετεγκατάσταση πολλών Σλάβων από τη Μακεδονία στη Μ. Ασία και με το πέρασμα του χρόνου οι λίγοι εναπομείναντες Σλάβοι κάτοικοι των σλαβηνιών αφομοιώθηκαν από τον ελληνικό πληθυσμό, εκχριστιανίστηκαν, μετατράπηκαν σε αγρότες από κτηνοτρόφους και συνεργάστηκαν με τη βυζαντινή διοίκηση (τους ανατέθηκε η φύλαξη κλεισουρών και περασμάτων) στην αντιμετώπιση του κινδύνου από τα βόρεια βαρβαρικά φύλα.

Αυτό σε συνδυασμό με την εκ των πραγμάτων ανάμειξη των εποίκων με τους ντόπιους ρωμαϊκούς πληθυσμούς (π.χ. μεικτούς γάμους κλπ..) και την βαθιά προσήλωση των πτωχών κοινωνικά στρωμάτων στον χριστιανισμό και την καθοδήγηση μέσα από το καθεστώς των μητροπόλεων που πάντα ήταν σε ελληνικά χέρια έχουμε
μια πλήρη αποσλαβοποίηση ήδη από τις πρώτες γενεές.

Γεννιέται εύλογα το ερώτημα για την περίοδο αυτή:
Αυτοί οι άρπαγες και βάρβαροι Σλάβοι ήταν δυνατόν να είναι απόγονοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου;
Υπήρχαν Σλάβοι Μακεδόνες τότε;
Πως ονόμαζαν οι ίδιοι οι Σλάβοι τους εαυτούς τους;
Σίγουρα όχι ¨Μακεδόνες¨ !
Και προπάντων τι πολιτισμό είχαν;

Β.2 Σλαβικός Πολιτισμός

Οι διάφοροι σλαβικοί πολιτισμοί
 και οι περιοχές προέλευσής τους
Σύγχρονες μελέτες διαχωρίζουν συγκεκριμένους αρχαιολογικούς σλαβικούς πολιτισμούς για τους οποίους υπάρχουν και αρχαιολογικά ευρήματα.
Δύο είναι οι επικρατέστεροι πολιτισμοί στην νότιο Βαλκανική: η τύπου Penkovka ή Ipotesti-Candesti  και η τύπου Prague-Korchak ή Kortschak.
Στο διπλανό διάγραμμα φαίνεται η ονοματολογία των σλαβικών πολιτισμών και η προέλευσή τους.

Τα σλαβικά φύλα που εποίκησαν στην Θρακομακεδονία έφεραν μαζί τους το αντίστοιχο τύπο πολιτισμού.

Θα ρωτούσε εύλογα κανείς:
έχουμε αρχαιολογικά δείγματα από τους σλαβικούς οικισμούς στα μέρη μας;

Η νότια Βαλκανική κατοικείται από αρχαιοτάτων χρόνων και απόδειξη αυτού είναι ότι υπάρχουν παντού αρχαιολογικά ευρήματα ακόμη και από νεολιθικούς οικισμούς, δηλαδή πριν από το 3.000 και 4.000 π.Χ.

Η εξέλιξη των σλαβικών πολιτισμών
από το 700 π.Χ. μέχρι το 700 μ. Χ.
Και όμως από αρχαιολογικές έρευνες υπάρχει η βεβαιότητα ότι δεν υπάρχουν ευρήματα της σλαβικής κουλτούρας τύπου Kortschak και Penkowka στη Μακεδονία,
 ενώ για την ίδια χρονική περίοδο 7ου μχ αιώνα έχουμε αποδείξεις στη Σερβία και Κροατία συγκεκριμένα στις Bakar Muntjac, Osijek, Stinjevac und Vinkovci. (Peter JHeather, σελίδα 366)

Τι σημαίνει αυτό;
Δεν έχουμε συνέχεια του σλαβικού πολιτισμού στη Μακεδονία  και προπάντων δεν έχουμε συνέχεια στη σλαβική παράδοση σε ελληνικό έδαφος!
  
Οι πρώτοι Σλάβοι των σλαβηνιών της Θρακομακεδονίας αφομοιώθηκαν πλήρως στον ελληνορθόδοξο πολιτισμό και στον τρόπο ζωής των ντόπιων Ελλήνων Μακεδόνων της εποχής εκείνης, γι’ αυτό δεν υπάρχουν κατάλοιπα των αρχέγονων σλαβικών παραδόσεων που να αποδεικνύονται αρχαιολογικά.
Χαρακτηριστικά αγγεία
του πολιτισμού Kortschak
και Penkowka
Ποια ήταν η παλιά σλαβική θρησκεία και ποια ήταν η σλαβική μυθολογία;
Ρίχνοντας μια ματιά στη ιστορία και μυθολογία των Σλάβων θα διαπιστώσει κανείς ότι τίποτε από την πρώτη παράδοση των Σλάβων δεν έχει μείνει στην σημερινή μακεδονική παράδοση.

Οι σλαβικές θέοτητες StribogChorsSimarglMokosch
και οι ημίθεοι SvarogSvarožićPerunVeles,
για να αναφέρω μερικά ονόματα, ανήκουν στην κοινή παράδοση των Σλάβων.

Η σλαβική θεότητα Svarozic
Στην διπλανή εικόνα παραθέτω είδωλο του Svarozic της σλαβικής θεότητας
του Ήλιου και της Γονιμότητας.
Υπάρχει σήμερα χωριό στη Μακεδονία που να έχει αναφορά στην παράδοσή του σε αυτούς και όχι στο Μεγαλέξανδρο και στον Ηρακλή;
Ούτε ένα.
Και αν ναι τότε είναι όντως σλαβικό και οι κάτοικοι του Σλάβοι.

Αν πάλι μπορεί κανείς από αυτούς που ισχυρίζονται ότι είναι Βούλγαροι ή Σλαβομακεδόνες να (από) δείξει ότι υπάρχει συνέχεια στον σλαβικό πολιτισμό τύπου Kortschak και Penkowka στη Μακεδονία, τότε να δεχθούμε ότι υπάρχει σλαβικός πολιτισμός στη Μακεδονία.
Η αρχαιολογική σκαπάνη στη Μακεδονία έχει φέρει στο φως παλαιολιθικά και νεολιθικά ευρήματα που χρονολογούνται 4 και 5 χιλιάδες χρόνια πίσω αλλά τίποτε από ένα πολιτισμό που έδρασε για λίγα χρόνια προτού περίπου χίλια πεντακόσια χρόνια.

Αιτία ;
Ο εκχριστιανισμός.
Οι χριστιανοί πλέον Σλάβοι των σλαβηνιών της Μακεδονίας εντάσσονται θρησκευτικά στις υπάρχουσες δομές της ελληνορθοδόξου Εκκλησίας.

Δεν έχουμε δηλαδή ίδρυση νέων Μητροπόλεων, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων οι οποίες επιβεβαιώνουν τον κανόνα, αυτή της «τιμής ένεκεν» Μητρόπολης των Δραγουβιτών.

Δηλαδή οι σλαβόφωνοι ανήκουν στο ίδιο ποίμνιο με τους ελληνόφωνους Ρωμαίους, καλύτερα ελληνόφωνους Μακεδόνες και έχουν το ίδιο ποιμενάρχη.
Πουθενά και σε κανένα βυζαντινό χρονικό της εποχής εκείνης δεν αναφέρεται η απαίτηση για διαχωρισμό για να γίνεται η θεία λειτουργία στην σλαβική γλώσσα.

Γιατί;
Γιατί απλούστατα την χρονική περίοδο του εκχριστιανισμού τους δεν υπήρχε σλαβική γραφή.
Επομένως οι εκχριστιανισμένοι Σλάβοι έχουν υιοθετήσει την ελληνική παιδεία και την ελληνική γραφή.
Η σλαβική γραφή ήταν απαίτηση των υπολοίπων Σλάβων. 
Και ήρθε η στιγμή να ασχοληθούμε με τους Σλάβους της Μοισίας.

 Γ. Οι Βούλγαροι

Το σκηνικό και την Ιστορία αλλάζουν ριζικά στα Βαλκάνια με την κάθοδο τους οι Πρωτοβούλγαροι.

Γ.1. Οι Σλάβοι της Μοισίας, οι Πρωτοβούλγαροι και οι Σλαβοβούλγαροι.

Η Παλιά Μεγάλη Βουλγαρία στην
Κριμαϊκή Χερσόνησο τον 7ο αιώνα μ.Χ.
Η Πρωτοβούλγαροι είχαν το βασίλειό τους την «Παλαιά Μεγάλη Βουλγαρία» το 7ο αιώνα μΧ στη αρχαία Φαναγόρεια στη Κριμαϊκή χερσόνησο
Από κει ένα κομμάτι με αρχηγό τον Ασπαρούχ Χαν ήρθε και εγκαταστάθηκε στη Βόρεια Βουλγαρία στη Μοισία.
Οι Πρωτοβούλγαροι ήταν τουρκικό φύλλο και δεν είχε καμμιά σχέση με τους Σλάβους, ούτε γλωσσικά ούτε πολιτισμικά.

Στη βόρεια Θράκη, στη Μοισία όμως υπήρχαν πριν την κάθοδο των Πρωτοβουλγάρων το 681 μ.Χ. οι επτά σλαβικές φυλές, Seven Slavic tribes.

Μετά από πολλές συγκρούσεις και αντιπαραθέσεις μεταξύ Σλάβων και Πρωτοβουλγάρων διαμορφώθηκε το νέο βουλγαρικό έθνος (εθνογένεση Βουλγάρων).

Στο νέο κράτος οι ολιγάριθμοι αλλά πολιτικά και στρατιωτικά κυρίαρχοι Πρωτοβούλγαροι έδωσαν το όνομα στο νέο έθνος, ενώ οι πολυάριθμοι Σλάβοι συγκρότησαν τη λαϊκή βάση και έδωσαν τη γλώσσα.

Ο Ostrogorsky γράφει:

Η περιοχή της Μοισίας, στην οποία εισέβαλαν οι Βούλγαροι, είχε ήδη την εποχή εκείνη εκσλαβισθεί σε μεγάλο βαθμό και εποικισθεί από τους Σεβέρους και από άλλες επτά σλαβικές φυλές

Με την επικράτηση των Βουλγάρων αυτοί έγιναν υποτελείς τους και, όπως φαίνεται, συνεργάσθηκαν μαζί τους στον αγώνα κατά των Βυζαντινών. Με τον τρόπο αυτό
συγκροτήθηκε στο έδαφος της παλαιάς επαρχίας Μοισίας μεταξύ του Δούναβη και της οροσειράς του Αίμου, ένα σλαβοβουλγαρικό κράτος.

Βέβαια οι Βούλγαροι και οι Σλάβοι αποτελούσαν αρχικά δύο διαφορετικές εθνικές ομάδες, που οι βυζαντινές πηγές θα διαχωρίζουν καθαρά για αρκετό χρόνο.
Ωστόσο οι Βούλγαροι με την πάροδο του χρόνου αφομοιώθηκαν μέσα στην μάζα των Σλάβων. (σελ. 104)

Το πρώτο Βουλγαρικό Χανάτο-Ηγεμονία.
Ο χώρος εθνογένεσης των Βουλγάρων.
Επομένως κρατάμε ότι η εθνογένεση των Βουλγάρων έγινε στη βόρεια Βουλγαρία-Μοισία και έχουμε την πρώτη Βουλγαρική Ηγεμονία-Χανάτο.
Αλλά και στον Douglas Dakin διαβάζουμε:

 «Μέχρι το 1019 οι Βούλγαροι είχαν αναμειχτεί με τα σλαβικά φύλα και το όνομα «Βούλγαρος» σήμαινε πια όλον τον σλαβόφωνο πληθυσμό, ενώ ο παλιός όρος «Σκλαβηνοί» είχε περιπέσει σε αχρησία .
Ακόμη και ελληνόφωνοι από τις περιοχές στις οποίες είχαν εγκατασταθεί οι Σλάβοι αποκαλούνταν Βούλγαροι .
Η λέξη Βουλγαρία υποδήλωνε μια βυζαντινή επαρχία μέχρι το 1185.
Στη διάρκεια αυτών των 166 ετών η επαρχία αυτή, χάρη στην παρουσία Ελλήνων στρατιωτών, εμπόρων, τεχνιτών και Βυζαντινών αξιωματούχων, εξελληνίστηκε.
Οι Έλληνες όχι μόνο κυριαρχούσαν στις πόλεις  αλλά και στην ύπαιθρο,
καθώς οι Σλάβοι έποικοι  δεν είχαν ποτέ εκτοπίσει εξ ολοκλήρου τους αρχικούς πληθυσμούς.»
(Douglas Dakin, «The Greek Struggle in Macedonia 1897-1913», σελ.15 και 16)

Ο εκχριστιανισμός των Βουλγάρων έγινε το 864 μ.Χ.


Η Βάπτιση του Τσάρου Βορίς A΄ σε Μιχαήλ
Η κυριλλική γραφή εφευρέθηκε το 890 περίπου οπότε άρχισαν να μεταφράζονται στα σλαβικά η Αγία Γραφή και οι βυζαντινοί ψαλμοί.
Στο διάστημα αυτό των τριάντα χρόνων περίπου η γλώσσα της εκκλησίας ήταν η ελληνική.
Η αντικατάσταση της ελληνικής από την κυριλλική γραφή βρήκε την έντονη αλλά μάταια αντίδραση της Κωνσταντινούπολης.
 Η παλαιοσλαβονική, με την οποία θα ασχοληθούμε παρακάτω διεξοδικά, έγινε η εκκλησιαστική γλώσσα και η επίσημη του Βουλγαρικού κράτους παράλληλα με την ελληνική η οποία εξακολουθεί να υπάρχει στην Βουλγαρία.
(Joachim Herrmann, ¨Welt der Slawen. GeschichteGesellschaftKultur¨ σελ. 77)

Έτσι στη Βουλγαρία πρωτοβούλγαροι και σλαβικές φυλές ενώνονται σε μια νέα οντότητα που λέγεται πλέον «Βουλγαρική» ο πολιτισμός «βουλγαρικός» και η θρησκεία «βουλγαρορθόδοξη»  η δε γλώσσα «Σλαβοβουλγαρική» ή απλώς «Βουλγαρική» (προσοχή, παλαιοσλαβονική είναι η επίσημη γλώσσα και γλώσσα των εκκλησιαστικών κειμένων).
Μιλάμε πλέον για το έθνος το Βουλγαρικό ή Σλαβοβουλγαρικό όπως πολλές φορές αναφέρεται για να δηλώσει την συνύπαρξη των δύο διαφορετικών φύλλων.

Γ.2. Οι διαφορές των Σλάβων των σλαβηνιών και των Σλαβοβουλγάρων.
Βυζαντινές και Βουλγαρικές Μητροπόλεις.


Βλέπουμε δηλαδή ότι οι Σλαβηνίες ήταν εγκαταστάσεις Σλάβων στη Ρωμανία οι οποίες ενσωματώθηκαν στο ρωμαϊκό κόσμο,
ενώ στη Βουλγαρία οι επτά Σλάβικές φυλές ενσωματώθηκαν-συγχωνεύτηκαν με τους πρωτοβουλγάρους στον νέο Βουλγαρικό έθνος (‘Verschmelzung von Slawen und Protobulgaren‘, Joachim Herrmann, ¨Welt der SlawenGeschichteGesellschaftKultur¨  σελ. 78.)
Δηλαδή όπως συγχωνεύτηκαν οι επτά σλαβικές φυλές με του Πρωτοβουλγάρους για την δημιουργία του νέου Σλαβοβουλγαρικού έθνους,
έτσι και οι Σλάβοι των Σλαβηνιών της Θράκης και της Μακεδονίας συγχωνεύτηκαν με τους βυζαντινούς ντόπιους Ρωμαίους Μακεδόνες και Θρακιώτες στο ήδη υπάρχον Ρωμαϊκό έθνος.

Δεν έχουμε δηλαδή την δημιουργία νέου σλαβικού έθνους στις Σλαβηνίες!.
Οι πρώτοι Σλάβοι των σλαβηνιών αφομοιώθηκαν με τους Ρωμαίους Μακεδόνες και ονομάστηκαν Ρωμαίοι.

Οι Σλαβοβούλγαροι μετά τον εκχριστιανισμό τους αποκτούν τις δικές τους Βουλγαρικές Μητροπόλεις ενώ όπως είπαμε οι πρώτοι Σλάβοι των σλαβηνιών εντάσσονται στις βυζαντινές Μητροπόλεις.

Ενώ στις βυζαντινές μητροπόλεις υπάρχει μια πολιτιστική αφομοίωση (Akkulturation), δηλαδή μια ενσωμάτωση στον ελληνικό πολιτισμό,
στις βουλγαρικές μητροπόλεις έχουμε την δημιουργία του νέου βουλγαρικού πολιτισμού που στηρίζεται και έχει τις ρίζες του στο σλαβικό πολιτισμό Kortschak Penkowa και στις τουρκικές καταβολές των πρωτοβουλγάρων.

Επομένως έχουμε δύο διαφορετικές καταστάσεις στη Νότιο Βαλκανική:

-        τους Ρωμαίους των σλαβηνιών της Θρακομακεδονίας, μετά την συγχώνευση των Σλάβων των σλαβηνιών με τους Ρωμαίους εντόπιους κατοίκους

-        και τους Σλαβοβουλγάρους της Μοισίας(πλέον Βουλγαρίας), μετά την συγχώνευση των Σεβέρων Σλάβων της Μοισίας με τους πρωτοβουλγάρους.

Δεν υπάρχουν πλέον Σλάβοι,
αλλά Ρωμαίοι και Βούλγαροι.

Αυτό αποδεικνύεται άλλωστε από τους βυζαντινούς ιστοριογράφους οι οποίοι καταγράφουν την ιστορία την περίοδο αυτή δηλαδή 8ο και 9ο αιώνα μ.Χ..
Έτσι μετά από έναν αιώνα αναφέρει ο Ιωάννης Σκυλίτσης (11ος αιώνα) στο έργο του «Σύνοψις Ιστοριών»:
τὸ Ῥωμαίων γένος
τὸ τῶν Βουλγάρων δὲ γένος
, τὸ Τούρκων γένος, γένος δὲ Κελτικὸν οἱ Βάραγγοι, τὸ γένος ἐξ Ἀρμενίων
Σκυθικὸν γένος, γένος τῶν Πατζινάκων Πάρθων γένος

Αλλά πουθενά το γένος των Σλάβων ή Σθλάβων.

Το γεγονός ότι ο Βούλγαρος Τσάρος Συμεών Α΄ (893-927) (αυτο)στέφεται ¨Βασιλεύς των Ρωμαίων και Βουλγάρων ¨ (βουλγαριστί «император на ромеите и българите») δεν αφήνει πολλά περιθώρια για τα έθνη που υπήρχαν στην Μακεδονία.
Ούτε έθνος Σλάβων λοιπόν, ούτε έθνος Μακεδόνων, ¨Βασιλεύς των Βουλγάρων και Ρωμαίων¨.

 Στέφανος ¨ελέω Θεώ¨
Τσάρος των Ελλήνων
και Κράλης Σέρβων…
Τρείς αιώνες αργότερα και λίγο πριν την πτώση της Ελληνικής-Βυζαντινής Αυτοκρατορίας 
ο Σέρβος Τσάρος ή Κράλης  Stefan Uroš IV Dušan (1308-1355)
που καταλαμβάνει τμήματα της Μακεδονίας ονομάζεται «Τσάρος των Σέρβων και Ελλήνων».
Ούτε Βουλγάρων ούτε ¨Μακεδόνων¨!


Οι σλαβικές φυλές των σλαβηνιών μετά από μερικά χρόνια παύουν να κρατούν τα ονόματά τους και έτσι δεν είναι γνωστό ποιοι είναι οι Δραγουβίτες, ποιοι οι Σαγουδάτοι κλπ
γιατί δεν υπάρχει κάτι που να τους ξεχωρίζει.

Οι σλαβηνίες μετά από μερικές γενεές και την πλήρη ενσωμάτωση στη ελληνορθόδοξη παράδοση και την ανάμειξη με τους ντόπιους Ρωμαίους έπαψαν να υπάρχουν σαν σλαβική οντότητα.

Ένα ενδιαφέρον τεκμήριο επ΄ αυτού βρίσκουμε στο βιβλίο ανώνυμου συγγραφέα του 12ου αιώνα «Τιμαρίων. Ένα ταξίδι από την Κωνσταντινούπολη στη Θεσσαλονίκη» (εκδόσεις Ζήτρος, σελ. 52,53).
Αναφέρεται ως Ψευδο-Λουκιανικό σατιρικός διάλογος μεταξύ ενός Καππαδόκη ονόματι Τιμαρίωνα ο οποίος θέλει να επισκεφτεί τα «Δημήτρια» στη Θεσσαλονίκη και του φίλου του Κύδωνα.

Εξηγεί λοιπόν ο Τιμαρίων:
 «Τα Δημήτρια είναι μια γιορτή, όπως τα Παναθήναια στους Αθηναίους και τα Πανιώνια στους Μιλησίους.
Και γίνεται για τους Μακεδόνες το πιο μεγάλο πανηγύρι, γιατί συγκεντρώνονται σε αυτό ¨ου μόνον αυτόχθων όχλος και ιθαγενής, αλλά πάντοθεν και παντοίοις,
 Ελλήνων των απανταχού,
Μυσών (δηλαδή Βουλγάρων) των παροικούντων γένη παντοδαπά Ίστρου (δηλ. Δούναβη) μέχρι της Σκυθικής (δηλ. Ν. Ρωσίας) Καμπανών Ιταλών, Ιβήρων (δηλ. Ισπανών), Λυσιτανών (δηλ. Πορτογάλων) και Κελτών των επέκεινα των Άλπεων».

Πολλά συμπεράσματα βγαίνουν από αυτό το κείμενο, το σημαντικότερο ίσως είναι ότι από το 12ο αιώνα και μετά αρχίζει να (ξανα)χρησιμοποιείται ο όρος Έλληνας όχι μόνο για να προσδιορίσει τους αρχαίους αλλά και για τους σύγχρονούς του Ρωμιούς.

Ένα άλλο είναι ότι περιγράφει την περιπέτεια κατά την διοργάνωση κυνηγιού στην κοιλάδα του Αξιού και στην περιοχή γύρω από την Θεσσαλονίκη όπου απουσιάζουν οι αναφορές σε σλαβόφωνα γένη και φυλές.

«Και γίνεται για τους Μακεδόνες….Ου μόνον αυτοχθόνων …αλλά Ελλήνων απανταχού», δεν αφήνει κανένα περιθώριο για την εθνική σύσταση των πέριξ της Θεσσαλονίκης και γενικότερα Αξιού, εκεί που θα περίμενε δηλαδή κανένας τους Δραγοβίτες.

Φίλοι μου ας μου επιτραπεί ένα μεγάλο ιστορικό άλμα για να επιβεβαιώσω αυτή τη θέση.

Το γεγονός ότι οι μεταγενέστερες γενεές των σλαβόφωνων στην Μακεδονία, όπου υπήρχαν οι σλαβηνίες, δεν γνώριζαν τα ονόματα των πρώτων σλαβικών φύλων θα το επιβεβαιώσει ο Πατριάρχης του σύγχρονου μακεδονισμού KrsteMisirkov (1874-1926) ο οποίος γράφει το 1903 στις «Μακεδονικές Υποθέσεις» στη σελίδα 147:

«Έτσι το πρώτο όνομά μας ήταν Σλάβοι, ήμασταν τότε οι Σλάβοι.
Αλλά τα περισσότερα γι΄ αυτό το όνομα και για το λαό μας τα γνωρίζουμε όχι από τους Ρωμαίους(σημ. δική μου, εννοεί Λατίνους)  ούτε από κάποια παράδοσή μας αλλά από τους Βυζαντινούς ιστορικούς»,.
Δηλαδή στις αρχές του 20 αιώνα ακόμη και οι «κατασκευαστές» του «μακεδονικού έθνους» δεν γνωρίζουν τίποτε για το «έθνος τους» που να προέρχεται από κάποια παράδοση, αλλά ότι γνωρίζουν το διαβάζουν από τους «Βυζαντινούς» ιστορικούς.

Συμπέρασμα:
Από την αρχή της εθνογένεσης και του εκχριστιανισμού των Σλαβοβουλγάρων έχουμε μια τεράστια διαφορά στον πολιτισμό και στην παιδεία ανάμεσα στις βουλγαρικές και βυζαντινές Μητροπόλεις.

Η παιδεία στις βυζαντινές μητροπόλεις ήταν ελληνική και η γραφή φυσικά η ελληνική. Αυτή την παιδεία διδάχθηκαν οι πρώτοι Σλάβοι έποικοι και στην οποία εκφράστηκαν και δημιούργησαν για τους επόμενους αιώνες.

Αντίστοιχα στις σλαβοβουλγαρικές μητροπόλεις ισχύει το αντίστοιχο με την βουλγαρική ορθόδοξο παράδοση.

H ρωμαϊκή-ελληνική-βυζαντινή παράδοση στηρίζεται στη αρχαία ελληνική ιστορία
ενώ η σλαβοβουλγαρική στη σλαβική και στην βουλγαρική ιστορία.

Γ.3 Οι επιδρομές των Βουλγάρων στην Θρακομακεδονία.

Όπως αναφέραμε η εθνογένεση των Βουλγάρων οριστικοποιείτε με τον εκχριστιανισμό τους το 864 μΧ.
Είναι ένα κράμα των Πρωτοβουλγάρων με τις επτά φυλές των Σεβέρων Σλάβων της Μοισίας.

Η ιστορία της Βουλγαρίας χωρίζεται, στις εξής περιόδους.
Ο χάρτης δείχνει το χώρο
της εθνογένεσης της Βουλγαρίας.

1. Πρώτη βουλγαρική ηγεμονία (681-1018), δηλ. 337 έτη

2. Η διάλυση της πρώτης ηγεμονίας μετά την ήττα στο Κλειδί το 1018 και ο πρώτος εξελληνισμός (1018-1185), δηλ. 166 έτη

3. Δεύτερη Βουλγαρική ηγεμονία (1185-1393) δηλ. 208 έτη

4. Κατάλυση της δεύτερης ηγεμονίας και υποδούλωση στους Οθωμανούς, εκκλησιαστικά υπαγωγή στο ελληνικό Πατριαρχείο, ο δεύτερος εξελληνισμός (1393-1878), δηλ. 485 έτη

5. Τρίτη Βουλγαρική ηγεμονία (από το 1878 έως σήμερα)

Δηλαδή για τον γεωγραφικό χώρο που λέγεται Μοισία (η καθαυτό Βουλγαρία):
από την αρχή και δημιουργία του βουλγαρικού κράτους το 681 μ.Χ. μέχρι το 1878 που ανακηρύχθηκε αυτόνομη η σημερινή Βουλγαρία έχουμε συνολικά
548 έτη υπό βουλγαρική κατοχή και
752 υπό ελληνική,
χωρίς να υπολογίζονται οι χιλιετίες πριν το 681, δηλαδή πριν την έλευση των Πρωτοβουλγάρων.

Ανέφερα την ιστορία του βουλγαρικού κράτους-ηγεμονίας όμως ας δούμε και την κατοχή και την κατάληψη μερών της Μακεδονίας από τους Βουλγάρους.

Οι Πρωτοβούλγαροι που ήταν και η άρχουσα τάξη των Σλαβοβουλγάρων της πρώτης βουλγαρικής ηγεμονίας ως απόγονοι των τουρκόφωνων νομάδων είχαν στο αίμα τους τις κατακτήσεις και τις καταστροφές άλλων λαών.
Η Βουλγαρία επί
Τσάρου Βόριδος Α΄(852-889)
Έτσι εποφθαλμιώντας τα πλούτη της Ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας εισβάλουν στην Θρακομακεδονία.

Ο πρώτος Βούλγαρος Τσάρος που επιτέθηκε και κατέλαβε ένα μέρος της Μακεδονίας ήταν ο εκχριστιανισμένος Boris A’-Μιχαήλ (852-889), (47 χρόνια κατοχής).

Έπειτα ο Συμεών Α΄ (893-927), (34 χρόνια κατοχής) και μετέπειτα ο Σαμουήλ (997-1014) (17 χρόνια κατοχής).

Μετά την συντριβή των Βουλγάρων στο Κλειδί και τον θάνατο του Σαμουήλ έχουμε την διάλυση και την επικράτηση των Ρωμαίων.

Οι τρεις αυτοί τσάροι για 98 χρόνια είχαν τμήματα της Μακεδονίας υπό κατοχή.
  
Σημαντικό πάντως είναι ότι δεν έχουμε μαζικές μετοικεσίες και μεταναστεύσεις πληθυσμών αλλά μόνο κατοχή εδαφών.
Ο Σαμουήλ μετέφερε την πρωτεύουσά του από τα Σκόπια στην Αχρίδα και την οποία ανακήρυξε σε πολιτιστικό και θρησκευτικό κέντρο.
Μετέτρεψε την βυζαντινή αρχιεπισκοπή Πρώτης Ιουστινιανής προσωρινά, για λίγα χρόνια σε Βουλγαρικό Πατριαρχείο της Αχρίδας.

Το Βουλγαρικό Πατριαρχείο
της Αχρίδας (1020)
Όπως φαίνεται στο διπλανό χάρτη στο βραχύβιο αυτό σχήμα που λέγεται ¨Πατριαρχείο της Αχρίδας¨ λείπουν οι βυζαντινές Μητροπόλεις της Κεντρικής και Ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης!

Αξίζει όμως να δούμε τι ακριβώς είναι η Αρχιεπισκοπή της Αχρίδας γιατί ακόμη και σήμερα χρησιμοποιείται ως σύμβολο βουλγαρικής παρουσίας στη Μακεδονία.

Στην αρχή ονομαζόταν Αρχιεπισκοπή της Πρώτης Ιουστινιανής, που είχε ιδρυθεί από τον Ιουστινιανό A' τον 6ο αιώνα στην ίδια περιοχή με κέντρο τη Λυχνιδώ και, ως τόπος καταγωγής του τότε αυτοκράτορα, απολάμβανε ειδικά προνόμια.

Η Αρχιεπισκοπή της Αχρίδας ιδρύθηκε στις αρχές του 11ου αιώνα από το Βασίλειο Β΄  Βουλγαροκτόνο, μετά τις νίκες του κατά των Βουλγάρων, για να αντικαταστήσει το βουλγαρικό πατριαρχείο που είχε ιδρύσει εκεί ο τσάρος Σαμουήλ.
Μάλιστα η Αρχιεπισκοπή ήταν υπό τον έλεγχο του Αυτοκράτορα και όχι του Πατριάρχη Κωνσταντινούπολης δίνοντας έτσι ελληνικό στίγμα στην Αρχιεπισκοπή Αχρίδας.
Άλλη η Ρωμαϊκή Αρχιεπισκοπή της Αχρίδας και άλλο το σύντομο Πατριαρχείο της Αχρίδας του Τσάρου Σαμουήλ.

Γι’ αυτό και στα Ύστερα Βυζαντινά χρόνια είναι γνωστή ως Αρχιεπισκοπή Αχρίδος (ή Αχριδών), A' Ιουστινιανής και πάσης Βουλγαρίας και στην εκκλησιαστική ιεραρχία ερχόταν πρώτη στην τάξη μετά τα πατριαρχεία.

Η Αρχιεπισκοπή  Αχρίδας υπαγόταν από τον 11ο αιώνα στο Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης μέχρι το 1767, κατόπιν καταργήθηκε.
Η σημερινή Αρχιεπισκοπή της Αχρίδας είναι αυτοκέφαλη εκκλησία των Σκοπίων και υπάγεται στο Σερβικό πατριαρχείο.
Γεγονός  είναι ότι ο Βούλγαρος Τσάρος ο Σαμουήλ (997-1014) καθιστά την Αχρίδα πρωτεύουσα του κράτους του.
Η Αχρίδα θα γίνει, όπως και η Πρεσλάβα και αργότερα το Βελίκο Τάρνοβο πνευματικό κέντρο της πρώτης βουλγαρικής ηγεμονίας.
Η Αχρίδα ήταν δηλαδή μόνο για λίγα χρόνια επίκεντρο της βουλγαρικής διανόησης, τόσο όσο ήταν η βουλγαρική κατοχή στην Δυτική Μακεδονία.
Για τους κατασκευαστές του σημερινού Σλαβομακεδονικού έθνους θεωρείται ως η κορωνίδα του ¨μακεδονικού¨ πολιτισμού.
Αν είναι όμως έτσι θα πρέπει και η Πρεσλάβα και το Βελίκο Τάρνοβο να θεωρηθούν και αυτά ¨μακεδονικά¨ πνευματικά κέντρα.

Μετά τον Σαμουήλ έχουμε κατάρρευση του βουλγαρικού κράτους και από το 1018 έως το 1185, δηλαδή
για 166 έτη την κατάληψη της Βουλγαρίας από τους Βυζαντινούς
και όπως αναφέρεται είναι η πρώτη περίοδος του εξελληνισμού των Βουλγάρων.

Την κατάσταση αλλάζει το 1187 ο Iwan Assen I. (1187-1196) με τον αδελφό του Θεόδωρο-Πέτρο, οι οποίοι δεν ήταν καν Βούλγαροι αλλά απόγονοι Βλάχικής και Κουμανικής οικογένειας και διορισμένοι επίτροποι από τον βυζαντινό αυτοκράτορα  Ἰσαάκιο Β’ Άγγελο στην περιοχή Lowech της Βόρειας Βουλγαρίας.
Με την βοήθεια των Κουμάνων οργανώνουν εξέγερση η οποία είχε ως αποτέλεσμα την παραχώρηση της Βόρειας Βουλγαρίας-Μοισίας στους εξεγερμένους, δηλαδή πάλι στον χώρο  της εθνογένεσης τους και η οποία γίνεται η αρχή της δεύτερης  βουλγαρικής ηγεμονίας.

Όπως και οι προκάτοχοί τους, εκμεταλλευόμενοι την αδυναμία της βυζαντινής αυτοκρατορίας ξεκινούν την κατάκτηση της Θρακομακεδονίας.

Έτσι ο Iwan Assen I. (1187-1196) (9 χρόνια κατοχής) ο διάδοχός του Kalojan Assen (1197-1207) (10 χρόνια κατοχής) και ο Iwan Assen II. (1216-1240) (24 χρόνια κατοχής)καταλαμβάνουν πάλι τμήματα της Μακεδονίας.
Ο τελευταίος μάλιστα κατόρθωσε για λίγα χρόνια να υποδουλώσει ολόκληρη τη Μακεδονία.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ:

Η χρονική περίοδος της πρώτης βουλγαρικής κατοχής σε τμήματα της Μακεδονίας ανέρχεται σε 98 χρόνια, ακολουθεί η διάλυση της Βουλγαρίας και η βυζαντινή κυριαρχία για 166 χρόνια και έπεται η δεύτερη βουλγάρικη κατοχή της Μακεδονίας που κρατά 43 χρόνια.
ΣΥΝΟΛΙΚΑ δηλαδή 142 χρόνια κράτησε η κατοχή τμήματος της Μακεδονίας από τους Βουλγάρους.

Γ.4 ΟΙ Βούλγαροι στην Ανατολική Μακεδονία.

Τα όρια της  πρώτης Βουλγαρικής  ηγεμονίας
Οι Βούλγαροι για πρώτη φορά εμφανίστηκαν το 1202-4 ως κατακτητές σε τμήματα της Ανατολικής Μακεδονίας και αργότερα το 1230-46, συνολικά δηλαδή έχουμε μόνο 18 χρόνια βουλγαρικής κατοχής!

Χαρακτηριστικό απόσπασμα από το βιβλίο του  Μόσχου Η. Κούκου, «Η προσφορά Θρακών εκπαιδευτικών στα γράμματα και στο έθνος» (Αλεξανδρούπολη 1996):
« …τον 13ο  αιώνα, οι κάτοικοι του Μελενίκου αρνούνταν να υποταχτούν στους Βουλγάρους λέγοντάς τους:
"...ημείς δε πάντες και εκ Φιλιππουπόλεως
ορμώμεθα καθαροί το γένος Ρωμαίοι"
καθώς και οι κάτοικοι της περιοχής Μεσημβρίας που δηλώνουν:
"...μη είναι δ' εύλογον Ρωμαίους υπό Βουλγάρω τελείν...",
μας δίνουν να καταλάβουμε και σήμερα ότι είχαν ξεκάθαρη στη συνείδησή τους την ελληνική τους καταγωγή πράγμα που ασφαλώς είναι καρπός μιας μακρόχρονης παιδαγωγικής επίδρασης και διδασκαλίας των αγνώστων σε μας και ταπεινών δασκάλων της εποχής.»
Απέναντι στα 18 χρόνια Βουλγαρικής κατοχής στην Ανατολική Θρακομακεδονία (1202-4 και 1230-46) έχουμε 4.000 χρόνια ελληνικού πολιτισμού σε ολόκληρη τη Θρακομακεδονία!

Γ.5. Οι Βογόμιλοι, οι αντιεξουσιαστές του μεσαίωνα.

Τάφος στη Νεκρόπολη των Βογομίλων
 στη Radimlja
 στην Βοσνία.
Ο σαφής και διαχρονικός διαχωρισμός των βουλγαρικών και βυζαντινών μητροπόλεων διαταράχθηκε μόνο μια φορά, τον 10ο αιώνα από μια αίρεση των οποίων οι οπαδοί στους βυζαντινούς συγγραφείς αναφέρονται ως Παυλικανοί ενώ στη σύγχρονη ιστοριογραφία ως Βογόμιλοι.
Έχει ενδιαφέρον η αναφορά στους Βογομίλους γιατί κάποιοι παραποιώντας την ιστορική αλήθεια αποδίδουν στους Βογομίλους εθνική υπόσταση.
Τι ήταν οι Βογόμιλοι;

Δανείζομαι από το βιβλίο του Bruno WKoppensteiner, «Bosnien und die Bogomilen» τα παρακάτω:

«Τον 9ο αιώνα έχουμε την ενίσχυση των βορείων συνόρων του Βυζαντίου με την μεταφορά Αρμενίων Παυλικανών μαχητών τα οποία κινδύνευαν από τους Βουλγάρους της πρώτης Βουλγαρικής  δυναστείας (802-1018).
 Οι Παυλικανοί Αρμένιοι ανήκαν στην αίρεση των Μανιχαϊστών, επικεφαλής των οποίων ήταν Κωνσταντίνος μετέπειτα Παύλος ο Αρμένιος (688-712).
Η αίρεση αυτή μεταδόθηκε στους ντόπιους κατοίκους και ήταν η μαγιά για την ίδρυση νέας αίρεσης το 10ο αιώνα η οποία υπό τον μοναχό Ιερεμία εξαπλώθηκε πρώτα στη Βουλγαρία μετά στη Κεντρική και Δυτική Μακεδονία, μάλιστα υπάρχουν μνημεία.
Ήταν θρησκευτική αίρεση, σήμερα θα λέγαμε αντιεξουσιαστές ή αναρχικοί.
Δεν είχαν όμως εθνικό χαρακτήρα. Μετά την κατάλυση της πρώτης Βουλγαρικής δυναστείας από τους Βυζαντινούς εκδιώχθηκαν και εγκαταστάθηκαν στη Βοσνία.»

Η εξάπλωση των Βογομίλων στα Βαλκάνια
Έχει βέβαια μεγάλο ενδιαφέρον η Κοσμοθεωρία και η πορεία των Βογομίλων και προπάντων  η αναστάτωση που έφεραν στους κόλπους της Βουλγαρικής και Βυζαντινής εκκλησίας, αλλά δεν είναι επί του παρόντος.
Να αναφέρω μόνο ότι οι Βογόμιλοι έδρασαν και στην περιοχή της Μακεδονίας περισσότερο δε στις περιοχές των Δραγουβιτών.

Στο Χάρτη δίπλα φαίνονται γραμμοσκιασμένες οι περιοχές που εξαπλώθηκαν οι Βογόμιλοι.

Πάντως ήταν μια θρησκευτική αίρεση, σήμερα θα την λέγαμε «σέκτα» που ξεκίνησε από την Βουλγαρία, εξαπλώθηκε στη Μακεδονία από κει στο Μαυροβούνιο, την Ιταλία μέχρι και την Γαλλία όπου είναι γνωστοί με το όνομα «Καθαροί», «Catharism», «Katharer».

Σήμερα την παρουσία τους και το πέρασμα τους από την Μακεδονία θυμίζουν λιγοστές εκκλησίες και προπάντων ταφικά συγκροτήματα που είναι χαρακτηριστικά της αίρεσής τους.
Την ύπαρξη  των Βογομίλων επικαλούνται σήμερα αυτοί που θέλουν να δείξουν την ύπαρξη μη ελληνορθόδοξων μνημείων στη Μακεδονία και ως εκ τούτου την αμφισβήτηση της κυριαρχίας των βυζαντινών μητροπόλεων και προπάντων την σλαβική παρουσία στη Μακεδονία.

Σαφώς και υπήρχαν οι Βογόμιλοι αλλά ήταν θρησκευτική και όχι εθνική κοινότητα, η ύπαρξη τους είναι ιστορικά καταγεγραμμένη αλλά κανένα στοιχείο ούτε θρησκευτικό, ούτε πολιτιστικό άφησαν πίσω τους. Μόνο οι ξεχασμένοι τάφοι τους. 

Μέχρι εδώ πιστεύω ότι έγινε κατανοητό ότι πριν την υποδούλωση στους Οθωμανούς και οι βυζαντινές και η βουλγαρικές μητροπόλεις έχουν μεγάλες διαφορές όσον αφορά τον πολιτισμό και την παιδεία.

Υπάρχει κάτι όμως που συνδέει τις δυο ¨αντίπαλες¨ πλευρές;

Βεβαίως και υπάρχει θα έλεγε κανείς!
Είναι η σλαβική γλώσσα που μιλούν οι σλαβόφωνοι των βυζαντινών μητροπόλεων και οι σλαβόφωνοι των βουλγαρικών.
Μάλιστα πολλοί περιηγητές μιλούν για την βουλγαρική γλώσσα στα νότια βαλκάνια και ότι όλες οι σλαβικές διάλεκτοι της Μακεδονίας είναι μέρος της βουλγαρικής γλώσσας.
Είναι γνωστή αυτή η θέση και πολύ σημαντική γιατί σε αυτή την παραδοχή στηρίζεται όλη η πανσλαβική θεωρία και η Βουλγαρική Αναγέννηση όπως θα δούμε παρακάτω.

Τι ενώνει και τι διαχωρίζει λοιπόν τις σλαβικές διαλέκτους της Μακεδονίας και της Βουλγαρίας;

Δ. Οι Σλαβικές γλώσσες

Δ.1. Η Προσλαβική γλώσσα (Proto-Slavic-Urslawisch ) και η εξέλιξή της
Η σλαβική γλωσσική οικογένεια.
Αριστερά οι σλαβικές γλώσσες με λατινικό αλφάβητο
και δεξιά με κυριλλικό.
Έχει μεγάλη σημασία να κατανοήσουμε επακριβώς την εξέλιξη της ιστορίας της σλαβικής οικογένειας γλωσσών στα Βαλκάνια και τον διαχωρισμό των σλαβικών γλωσσών της νότιας βαλκανικής χερσονήσου γιατί εδώ βρίσκεται το κλειδί για την κατανόηση της ιστορικής αλήθειας, γιατί η εσφαλμένη ονοματοδοσία οδήγησε σε καταστροφικά λάθη.
Καταρχήν να δούμε την αρχική-μητρική μορφή της σλαβικής οικογένειας γλωσσών που ονομάζεται από την επιστημονική κοινότητα  Προσλαβική-Πρωτοσλαβική Proto-Slavic ή γερμανιστί Urslawisch (auch: Protoslawisch).


Η Πρωτοσλαβική δεν έχει γραφή!

Είναι η πρώτη κοινή γλώσσα όλων των Σλάβων των Βαλκανίων (Proto-Slavic/Common-Slavic) μέχρι τον εκχριστιανισμό τους, δηλαδή μέχρι τον 9ο αιώνα μ.Χ.
Το ότι είναι έτσι το διαπιστώνουμε τον 9ο αιώνα όταν στην Μοραβία (σημ. Τσεχία) ένας Σλάβος ηγεμόνας αποφάσισε να εκπολιτίσει τον λαό του και μεταξύ της λατινικής και της βυζαντινής παιδείας διάλεξε την βυζαντινή.

Ο 
Ραστιαλάβ της Μοραβίας , αυτός είναι ο Σλάβος ηγεμόνος, έστειλε το 862 αίτημα στον βυζαντινό αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ΄ προκειμένου να σταλούν ειδικοί για να μεταφράσουν τα πιο σημαντικά χριστιανικά λειτουργικά βιβλία στα σλαβικά.
«Το έθνος μας είναι βαφτισμένο αλλά δεν έχουμε δασκάλους.
Δεν καταλαβαίνουμε ούτε την ελληνική ούτε τη λατινική.
 Δεν καταλαβαίνουμε τα γράμματα ούτε τη σημασία τους.
Γι’ αυτό, στείλτε μας δασκάλους για να μας κάνουν γνωστά τα λόγια των Γραφών και το νόημά τους».

Βέβαια πέρα από το θρησκευτικό ζήτημα o Ραστισλάβος ζητά και τεχνογνωσία και καλλιέργεια που δείχνει την υπεροχή του ελληνικού πολιτισμού έναντι τότε του δυτικού πολιτισμού.

Ήταν μια επιλογή που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην περαιτέρω ανάπτυξη του χριστιανοσλαβικού πολιτισμού και την σύνδεσή του με τον βυζαντινό πολιτισμό.

Οι «δάσκαλοι» είναι οι Έλληνες Θεσσαλονικείς Κύριλλος και Μεθόδιος.

Ο Παΐσιος Χιλανδαρινός στη «ΣΛΑΒΟΒΟΥΛΓΑΡΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ», σελίδα  143 γράφει:

«Οι Κύριλλος και Μεθόδιος έζησαν στην εποχή του αυτοκράτορα Μιχαήλ Εικονομάχου. Γεννήθηκαν στη πόλη Θεσσαλονίκη.
 Ο πατέρας τους ονομαζόταν Λέων, ήταν ανώτερος αξιωματούχος, πλούσιος και ενάρετος άνθρωπος.
Ο άγιος Μεθόδιος έγινε Σλάβος ή Βούλγαρος βοεβόδας και έμαθε τη σλαβική γλώσσα. Μετά από δέκα χρόνια παραιτήθηκε από το στρατιωτικό αξίωμα και αποδέχτηκε το μοναχικό σχήμα.»

Επειδή πολλοί μύθοι και παραμύθια γράφονται να αναφέρω ότι οι Κύριλλος και Μεθόδιος που ήταν Θεσσαλονικείς και η μητρική τους γλώσσα ήταν η ελληνική έμαθαν την σλαβική γλώσσα από τους νεόφερτους Σλάβους έποικους και σε αυτή τη γλώσσα μιλούσαν με τον Ράστισλαβ.
Υπάρχει βέβαια και η μη εξακριβωμένη πληροφορία ότι η μητέρα τους ενδέχεται να ήταν σλαβικής καταγωγής.

Επομένως την γλώσσα, την προσλαβική (Proto-Slavic) που μιλούν στη Θεσσαλονίκη οι σλαβικές φυλές μιλούν και στη Μοραβία και παντού στη Βαλκανική (με μικρές διαφορές οι διάφορες τοπικές διάλεκτοι).
Το πρώτο σλαβικό αλφάβητο που ανακαλύπτουν οι Κύριλλος και Μεθόδιος λέγεται γλαγολιτικό (862 μ.Χ.).

Τα κείμενα που γράφουν στα γλαγολιτικά είναι εκκλησιαστικά και φυσικά τα πρώτα βιβλία που εκδίδονται είναι τα Ιερά Ευαγγέλια.

Η γλώσσα που χρησιμοποιούν βασίζεται στην σλαβική διάλεκτο την οποία έμαθαν και είναι αυτή που μιλούν οι Σλάβοι στην περιοχή γύρω από την Θεσσαλονίκη την εποχή εκείνη, δηλαδή οι Δραγουβίτες.
Αυτό είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο.

Οι ίδιοι οι μεταφραστές, δηλαδή Κύριλλος, Μεθόδιος και οι βοηθοί τους, ονομάζουν αυτήν την γλώσσα «slovjensk- slovĕnьskъ» (ούτε «βουλγαρική», ούτε «σερβική»  ούτε «μακεδονική» κλπ).
Αυτό είναι το πρώτο όνομα της γραπτής γλώσσας.

Στην επιστημονική κοινότητα από τα μέσα του 18ου αιώνα βαπτίζεται η γλώσσα αυτή παλαιοσλαβονική- Old Church Slavonic γερμανιστί «AltslawischKirchenslawisch».

Η παλαιοσλαβονική αποτυπώνεται σε δύο γραφές,
την γλαγολιτική την οποία εφηύραν οι Κύριλλος και Μεθόδιος και οι βοηθοί τους το 861 
και
την κυριλλική η οποία κατασκευάζεται στη Πρεσλάβα, πνευματικό κέντρο της πρώτης βουλγαρικής ηγεμονίας μερικές δεκαετίες αργότερα, περί το 900 μ.Χ. από τον Κωσταντίνο της Πρεσλάβας.
Εμφανής είναι η απεικόνιση του ελληνικού αλφαβήτου στο κυριλλικό.

Η μεν γλαγολιτική γραφή κυριάρχησε στα δυτικά Βαλκάνια για αρκετούς αιώνες και για μικρό διάστημα στην Αχρίδα η οποία είχε καταστεί και αυτή πνευματικό κέντρο του βουλγαρικού πολιτισμού,
η δε κυριλλική στο υπόλοιπο σλαβικό ορθόδοξο κόσμο.

Ενώ η πρώτη αποτύπωση και η πρώτη μετάφραση στην παλαιοσλαβονική έγινε με κορμό την σλαβική διάλεκτο της Θεσσαλονίκης,
στην πορεία και στην εξέλιξη της, όπως ειδικοί ερευνητές θεωρούν σήμερα,  η παλαιοσλαβονική  δεν είναι μία γλώσσα αλλά ένα τεχνητό μείγμα πολλών διαλέκτων της προσλαβικής.
Δηλαδή μια λογοτεχνική «γλώσσα» η οποία όμως δεν μιλιέται και ως εκ τούτου μετά από καιρό αποσυνδέθηκε από τις ομιλούμενες σλαβικές γλώσσες.

Επομένως η παλαιοσλαβονική πρέπει να θεωρηθεί ως λόγια-λογοτεχνική γλώσσα, που εκφράζει διάφορες σλαβικές γλώσσες όπως
της σλαβικής της περιοχής Μακεδονίας του 9ου αιώνα,
της παλαιοβουλγαρικής της Πρεσλάβας,
της παλαιοσλοβενικής της Μοραβίας,
της παλαιοπανονικής του Mosapurc(περιοχή Λίμνης Μπάλατον-Platensee),
τα παλαιοβοημικά,
τα παλαιορωσσικά,
τα παλαιοκροατικά και
τα παλαιοσερβικά.
Όλες αυτές μπορούν να θεωρηθούν ως διάλεκτοι της παλαιοσλαβονικής.

Εδώ βρίσκεται φίλοι μου μια από τις μεγαλύτερες πλάνες του πανσλαβισμού όπως θα δούμε πιο κάτω, που ισχύει μέχρι και σήμερα.

Οι Βούλγαροι ονομάζουν την παλαιοσλαβονική κακώς παλαιοβουλγαρική γλώσσα, αφού η παλαιοβουλγαρική ήταν ένα κομμάτι μόνο της παλαιοσλαβονικής.

Δ.2. Η Παλαιοσλαβονική και η Σλαβοβουλγαρική

Όταν λέμε όμως παλαιοβουλγαρική εννοούμε εκείνες τις διαλέκτους η οποίες μιλιόταν μόνο στις βουλγαρικές μητροπόλεις και η οποία παλαιοβουλγαρική είναι ο συγκερασμός της προσλαβικής των Σεβέρων Σλάβων με την τουρκική πρωτοβουλγαρική των Πρωτοβουλγάρων.

Προσοχή λοιπόν!
Σλαβικές διάλεκτοι νοτίων Βαλκανίων

Βαπτίζοντας την παλαιοσλαβονική ως παλαιοβουλγαρική θεωρούν ότι όλες οι διάλεκτοι της Θρακομακεδονίας και της Βουλγαρίας προέρχονται από αυτήν.

Η εσφαλμένη αυτή υπόθεση συνεπάγεται λάθος συμπεράσματα και αποτελέσματα.

Η παλαιοβουλγαρική εξελίχθηκε συν το χρόνο στην σλαβοβουλγαρική γλώσσα.


Οι Βούλγαροι ισχυρίζονται αν δείτε τον αντίστοιχο σύνδεσμο-link (Bulgarian dialects), ότι είναι ΟΛΕΣ διάλεκτοι της Σλαβοβουλγαρικής γλώσσας.

Όμως ένα είναι αναμφισβήτητο, ότι η παλαιοσλαβονική είναι συνδεδεμένη με την εκκλησιαστική παράδοση των όλων σλαβικών λαών.

Η παλαιοσλαβονική και η κυριλλική γραφή είναι η γλώσσα και της σλαβοβουλγαρικής εκκλησίας και της βουλγαρικής λογοτεχνίας και παιδείας,
δηλαδή είναι συνδεδεμένη με την καλλιέργεια της βουλγαρικής γλώσσας, επομένως αφορούν μόνο στην επικράτεια των βουλγαρικών μητροπόλεων.

Στις βυζαντινές μητροπόλεις δεν είχαμε ποτέ παλαισλαβονική γλώσσα, με εξαίρεση την περίοδο των βουλγαρικών κατοχών για τις οποίες αναφέρθηκα παραπάνω.

Δ.3  Η Ελλληνοσλαβική γλώσσα

Δ.3.1. Η εμφάνιση της ελληνοσλαβικής.

Γεννιέται έτσι το ερώτημα ποια γλώσσα και ποιες ήταν οι σλαβικές διάλεκτοι των σλαβόφωνων των βυζαντινών μητροπόλεων.

Ελληνοσλαβική σε Ευαγγέλιο του 1863
στη Χαλάστρα Θεσσαλονίκης

Στην Μακεδονία έχουμε για όλους τους ορθοδόξους, ελληνόφωνους και σλαβόφωνους ελληνορθόδοξη εκκλησιαστική παράδοση, ελληνική παιδεία, ελληνική γλώσσα και γραφή.

Οι Μακεδόνες χριστιανοί Ρωμαίοι πριν τον 7ο αιώνα μΧ μιλούσαν μόνο την ’κοινή’ ελληνική.

Τα αρχαία ελληνικά μακεδονικά τα μιλούσαν οι Μακεδόνες χίλια χρόνια πριν και αυτά εξελίχθηκαν στην χιλιετή πορεία στη κοινή ελληνική .
Το ίδιο ισχύει και για την Θράκη.

Και οι αρχαίοι Αθηναίοι μιλούσαν στην αρχαιότητα την αττική διάλεκτο αλλά τον 7ο μΧ αιώνα και οι Αθηναίοι την κοινή ελληνική μιλούσαν, όπως όλος ο οικουμενικός ελληνισμός και στη συνέχεια όλη η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία.

Η γλώσσα και ο πολιτισμός συμβαδίζουν και εξελίσσονται, ειδικά με την εγκαθίδρυση του Χριστιανισμού και τον ελληνορθόδοξο πολιτισμό.

Στις περιοχές που υπάρχουν τα αμφίμικτα χωριά των σλαβηνιών και κωμοπόλεις αναπτύσσεται μια νέα γλώσσα η ελληνοσλαβική από την συμβίωση του σλαβικού με το ρωμαϊκό στοιχείο.

Έτσι η γλώσσα των πρώτων Σλάβων, δηλαδή η  προσλαβική (Proto-Slavic) όπως ανέφερα, εμπλουτίζεται μετά τον εκχριστιανισμό με τη ελληνική κοινή γλώσσα
και μιλιέται και από τους Σλάβους έποικους ΚΑΙ τους ντόπιους Ρωμαίους!
Η αντίληψη και η υπόθεση ότι η νέα γλώσσα μιλιέται μόνο από τους Σλάβους θεωρώ ότι είναι εκτός πραγματικότητας και οδηγεί σε λάθος συμπεράσματα.

Στο κομμάτι που αναφερθήκαμε στον εποικισμό των Σλάβων των σλαβηνιών είδαμε ότι υπήρχε ανάμειξη των σλαβικών φύλων με τους ντόπιος Μακεδονικούς πληθυσμούς αλλά και από μεταγενέστερους των Σλάβων εποίκων των Ρωμαίων Σερμησιανών στις σλαβηνίες.
Αποτέλεσμα αυτού του συγκερασμού ήταν η δημιουργία αμφίμικτων περιοχών.

Οι κάτοικοι των δίγλωσσων ή αμφίμικτων περιοχών ήταν Ρωμαίοι πολίτες,
δηλαδή ομόεθνοι και ομόθρησκοι με τους ελληνόφωνους Ρωμιούς της ίδιας εκκλησιαστικής κοινότητας.

Ο σλαβικός πολιτισμός τύπου Kortschak και Penkowka δεν υπάρχει πλέον και το σημαντικότερο είναι ότι δεν εξελίσσεται ο πρωτόγονος αυτός πολιτισμός αλλά αντικαθίσταται από το ανώτερο πολιτισμό της εποχής εκείνης, τον ελληνικό, το είδαμε παραπάνω αυτό.

Βλέπουμε δηλαδή ότι η κοινωνική δομή των πρώτων Σλάβων με τον εκχριστιανισμό τους αλλάζει όπως και ότι η σλαβική πολιτιστική τους ταυτότητα σβήνει.

Η αποσλαβοποίηση και η ομοιογενειοποίηση των νέων δημιουργούν νέα δεδομένα.
Οι Σλάβοι των σλαβηνιών ασπαζόμενοι τον χριστιανισμό υιοθετούν εκ των πραγμάτων την ελληνορθόδοξο πολιτισμό.

Ας δούμε την καθημερινότητα των Σλάβων μέσα σε μια θρησκευτική ενότητα, όπως είναι η βυζαντινή μητρόπολη και στην οποία έχουν ενσωματωθεί μαζί με τους ελληνόφωνους Ρωμαίους.

Ανήκουν σε μια οργανική θρησκευτική ομάδα όπου τα πάντα από την γέννηση μέχρι τον θάνατο αλλά και μετά τον θάνατο όλο γυρίζουν γύρω από την πίστη στην νέα θρησκεία και η αλληλοεπίδραση με τους ντόπιους ελληνικούς πληθυσμούς είναι πολύ μεγάλη.
Έτσι η στενή επαφή με τους ντόπιους Μακεδόνες επιφέρει και μια γλωσσική αναπροσαρμογή και των δύο ομάδων.
Και οι δύο μιλούν μια κοινή απλή γλώσσα στην οποία συνυπάρχουν και τα πρωτοσλαβικά και τα ελληνικά.

Γι’ αυτό θεωρώ ότι ο ορισμός της γλώσσας ως «ελληνοσλαβική» αποδίδει το πραγματικό όνομα της γλώσσας περισσότερο από την ονομασία «ντόπια» ή «εντόπικα», γιατί το «ντόπιος-α-ο» είναι επίθετο και προσδιορίζει κάτι (δηλ. λέμε «ντόπια ντομάτα»…).

ΠΡΟΣΟΧΗ ΟΜΩΣ!
 Υπάρχουν περιοχές της Μακεδονίας που δεν έχουν εποικίσει οι Σλάβοι και εξακολουθείται  να μιλιέται η ελληνική γλώσσα
ΑΝΕΛΙΠΠΩΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ μέχρι και σήμερα!

Ο διπλανός χάρτης του Ami Boué (1847) αποτυπώνει τις περιοχές της Μακεδονίας που μιλιέται η ελληνοσλαβική, το βαθύ πράσινο και η ελληνική το ανοικτό πράσινο.

Ο χάρτης βέβαια αλλιώς ερμηνεύει την ύπαρξη της ελληνοσλαβικής στη Μακεδονία, αλλά παρακάτω θα αναλύσω διεξοδικά το πρόβλημα.

Σημασία έχει ότι περιγράφει το κομμάτι όπου μιλιέται η ελληνική γλώσσα.
Και όταν λέμε ελληνική γλώσσα εννοούμε την κοινή ελληνική του 5ου μ.Χ. αιώνα και όχι την αρχαία μακεδονική γλώσσα.

Αν υπήρχε η αρχαία μακεδονική τότε το μόνο σίγουρο είναι ότι θα μιλιόταν μόνο από τους Ρωμαίους Μακεδόνες (το ανοικτό πράσινο στον χάρτη)!
Γιατί προτού την εγκατάσταση των Σλάβων στις σλαβηνίες (το βαθύ πράσινο)
ΜΟΝΟ οι Ρωμαίοι ελληνόφωνοι Μακεδόνες μιλούσαν ελληνικά, αφού οι έποικοι μιλούσαν τα προσλαβικά!

Και είναι δυνατόν να έχουν τα προσλαβικά σχέση με τα αρχαία μακεδονικά ελληνικά;

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ:

Σε γενικές γραμμές μπορούμε να θέσουμε τα όρια της σλαβοβουλγαρικής και της ελληνοσλαβικής εκεί που βρίσκονται τα όρια των αντίστοιχων βουλγαρικών και βυζαντινών μητροπόλεων.

Για τις Βουλγαρικές μητροπόλεις:

τα προσλαβικά των Σεβέρων Σλάβων της Μοισίας συγχωνεύεται με τα πρωτοβουλγαρικά των Πρωτοβουλάρων που ανήκουν στην τουρκική γλωσσική οικογένεια και γεννιέται η σλαβοβουλγαρική γλώσσα της οποίας η
γραφή της είναι κυριλλική και η
λόγια γλώσσα είναι η παλαιοσλαβονική,

Για τις βυζαντινές μητροπόλεις:

τα προσλαβικά των Σλάβων των σλαβηνιών τα οποία συγχωνεύεται με τα ελληνικά και προκύπτει η ελληνοσλαβική γλώσσα η οποία έχει μεν
ελληνική γραφή και
λόγια γλώσσα τα ελληνικά.
Η απουσία γραπτού λόγου της  ελληνοσλαβικής
επιβεβαιώνει την θέση ότι
οι σλαβόφωνοι των πρώτων γενεών
χρησιμοποιούν
την ελληνική γραφή και την ελληνική ως λόγια γλώσσα.

Ένας χάρτης που περιγράφει κατά την γνώμη μου καλύτερα αυτά τα όρια είναι αυτός που παραθέτω δίπλα και απεικονίζει την συνθήκη του 1307 μεταξύ των Βουλγάρων και Ρωμαίων μετά την ήττα των τελευταίων στη μάχη της Σκαφίδας το 1304 στον Πόρο, σημερινό Μπουργάς.

Αντικατοπτρίζει για μένα την πραγματική κατάσταση μεταξύ ελληνορθοδόξων Μητροπόλεων και αντίστοιχων βουλγαρικών.
Αν δει κανείς το χάρτη τον επανακτημένων βουλγαρικών μητροπόλεων της Εξαρχίας του 1870 θα έλεγα ότι συμπίπτει με τα όρια αυτά.

Αυτό ο διαχωρισμός ισχύει μέχρι της υποδούλωσης και των δύο από τους Οθωμανούς Τούρκους.
  
Δ.3.2. Η ελληνοσλαβική στην Τουρκοκρατία.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει το Μακεδονικό Λεξικό του 16ου αιώνα μ.Χ. του Ciro Gianneli: Un Lexique Macedonien Du XVI Siecle (παραθέτω φωτογραφίες από το εξώφυλλο και τις πρώτες σελίδες.

Στο βιβλίο μεταφράζεται «Ένα Μακεδονικό Λεξικό του 16ου αιώνα» και αναφέρει ότι είναι από την περιοχή και την διάλεκτο της Καστοριάς, συγκεκριμένα από το Βογατσικό (πατρίδα του Ίωνος Δραγούμη).
Ορισμένοι αναφέρονται στο βιβλίο αυτό θέλοντας να δείξουν ότι υπήρχε «μακεδονική γλώσσα» και αυτό ήταν ένα λεξικό της.

Όμως ο τίτλος είναι «μακεδονικό λεξικό» και όχι «λεξικό της μακεδονικής γλώσσας». Επίσης αναφέρει λέξεις και εκφράσεις (μόνο) από την περιοχή Καστοριάς.

Το σημαντικότερο όμως είναι ότι είναι γραμμένο με ελληνικούς χαρακτήρες και η προφορά με λατινικούς.
Φανερό είναι ότι η ελληνοσλαβική γραφόταν με ελληνικούς χαρακτήρες την εποχή εκείνη(16ος αιώνας μ.Χ).

Γιατί όχι στα κυριλλικά;
Απλά,
κανείς στη Θρακομακεδονία στις βυζαντινές μητροπόλεις δεν διδάχθηκε ποτέ την κυριλλική γραφή, ως εκ τούτου η κυριλλική ήταν παντελώς άγνωστη στη Μακεδονία, με εξαίρεση των λίγων χρόνων βουλγαρικής κατοχής
Το Ευαγγέλιο του Κονίκοβο
 γραμμένο το 1852
στην ελληνοσλαβική
με ελληνική γραφή
.

Άλλα γραπτά μνημεία στην ελληνοσλαβική την περίοδο της Τουρκοκρατίας , εκτός του Λεξικού  έχουμε  περί τα μέσα του 19ου αιώνα στις βυζαντινές μητροπόλεις της κεντρικής Μακεδονίας και είναι
τα Ευαγγέλια του Κονίκοβο της Μητροπόλεως Βοδενών του 1852,  το οποίο είναι γραμμένο στην ελληνοσλαβική και φυσικά με ελληνικούς χαρακτήρες.
και το Ευαγγέλιο της Κουλακιάς (Χαλάστρας) της Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης του 1863.
Αντίθετα για την περίοδο της Τουρκοκρατίας στις βουλγαρικές παλιές βουλγαρικές μητροπόλεις έχουμε την εκτύπωση των
«Δαμασκηναρίων» το 16ο και 17ο αιώνα στη κυριλλική γραφή
όπως και το
«Κυριακοδρόμιο» του Sofroni Vratsa που γράφτηκε το 1807.
Και τα δύο είναι γραμμένα σε διαλέκτους της σλαβοβουλγαρικής γλώσσας της εποχής που γράφτηκαν και όχι της παλαιοσλαβονικής η οποία εξέπνευσε στις βουλγαρικές μητροπόλεις.

Το ¨Κυριακοδρόμιο¨ του
Sofroni Vratsa γραμμένο το 1807
στην σλαβοβουλγαρική
 με κυριλλική γραφή
.
Επίσης μπορώ να αναφέρω πολλά παραδείγματα εκδόσεων στις παλιές βουλγαρικές μητροπόλεις βιβλίων που είναι τυπωμένες στη κυριλλική.

Θα αρκεστούμε μόνο σε μια, της πρώτης γραμματικής του Neofit Rilski (1793-1881) της σλαβοβουλγαρικής γλώσσας που είναι του 1835.

Βλέπουμε λοιπόν δύο σημαντικά πράγματα τα οποία θα μας ακολουθήσουν στην πορεία μας.
Πρώτον ότι υφίσταται γλωσσικός διαχωρισμός στην διάρκεια της Τουρκοκρατίας μεταξύ βυζαντινών μητροπόλεων με την ελληνοσλαβική και των παλιών βουλγαρικών με τη σλαβοβουλγαρική.

Δεύτερον και σημαντικότερο ότι δεν υπάρχει απαγόρευση από το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης της παλαιοσλαβονικής γλώσσας, όπως ισχυρίζονται ακόμη και σήμερα οι πανσλαβιστές και οι Βούλγαροι.
Και όχι μόνο δεν υπάρχει απαγόρευση αλλά συντηρεί και γύρω στα 200 εκκλησιαστικά σχολεία στις παλιές βουλγαρικές μητροπόλεις στα οποία διδάσκονται και τη παλαιοσλαβονική γλώσσα.

Στην νεότερη ιστορία η διδασκαλία της κυριλλικής γραφής και της «βουλγαρικής» γλώσσας στη μεν
Δυτική Μακεδονία θα γίνει για πρώτη φορά στην Αχρίδα το 1861Angel Grupchev, στη δε Ανατολική Μακεδονία από τον Georgi Ivanov Zimbilev στο Gorno Brodi (Άνω Βροντού, Σέρρες) το 1868.

Αλλά το θέμα θα μας απασχολήσει παρακάτω όπου θα αναφερθώ λεπτομερώς.

Ο πρώτος που ασχολήθηκε με την ελληνοσλαβική ήταν ο μεγάλος ερευνητής Κωνσταντίνος Τσίουλκας το 1907, Μακεδόνας και βαθύς γνώστης της ντόπιας γλώσσας ο οποίος προσπάθησε να αποδείξει ότι ο μεγαλύτερος αριθμός των λέξεων και ρημάτων της ελληνοσλαβικής διαλέκτου της Καστοριάς είχε αρχαιοελληνικές ρίζες στην πραγματεία του (Κωνσταντίνος Τσιούλκας).

 « Ο Κωνσταντίνος Τσίουλκας το 1907 εξέδωσε στην Αθήνα το 350 σελίδων πόνημά του «Συμβολαί εις την διγλωσσίαν των Μακεδόνων εκ συγκρίσεως της σλαυοφανούς μακεδονικής γλώσσης προς την ελληνικήν», για να πολεμήσει τη βουλγαρική και πανσλαβιστική προπαγάνδα στην περιοχή της Μακεδονίας.

O Τσιούλκας, που ισχυριζόταν ότι δεν ήξερε καμία σλαβική γλώσσα, προσπάθησε να αποδείξει ότι η γλώσσα των Σλαβοφώνων της Μακεδονίας δεν ήταν βουλγαρική, αλλά αρχαιοελληνική διάλεκτος!

Για να αποδείξει ότι η γλώσσα των Σλαβόφωνων βρισκόταν εγγύτερα στα αρχαία ελληνικά απ' ό,τι τα νέα ελληνικά, παρέθεσε κατάλογο περισσότερων από 4.000 ομηρικών λέξεων και συνέκρινε πόσες εξ αυτών επιβιώνουν στη λαϊκή, δηλαδή τη δημοτική, (650) και πόσες στη "σλαβοφανή" Μακεδονική (1260).

Το συμπέρασμα, για τον Τσιούλκα, ήταν ότι η "σλαβοφανής" Μακεδονική ήταν Μακεδονική και αδερφή της ελληνικής" και ο "Μακεδονικός λαός" αυτόχθων και καταγόμενος από τους αρχαίους Μακεδόνες.»

Η προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι ο Τσιούλκας ήταν μια μεγάλη μορφή και σπουδαίος ερευνητής της σύγχρονης ελληνοσλαβικής γλώσσας.

Δ.3.3. Η ελληνοσλαβική σήμερα

Για να καταλάβει κάποιος που δεν έχει άκουσμα από την ελληνοσλαβική σκέφτηκα να εξηγήσω πως έγινε ο συγκερασμός της προσλαβικής Proto-Slavic με την ελληνική με ένα παράδειγμα από την σημερινή ελληνοσλαβική ή όπως συνήθως λέγεται (ε)ντόπια.

Παράδειγμα:
  • «θέλω να πάρω το λεωφορείο από την στάση και να πάω στο γραφείο του δικηγόρου για μια φορολογική υπόθεση μου»;.Στη διάλεκτο της Δράμας ακούγεται ως εξής:
  • «Σέταμ να ζέμαμ λεοφορείοτου ουτ στασητου ι να ίνταμ να γραφίεοτου ουτ δικογόροτου ζα ενο φορολογικότου υπόθεση».Σε διάλεκτο της κεντρικής Μακεδονίας:
  • »Σάκαμ ντα α ζιέβαμ αυτοκίνα τα ουτ τσικαλίστε ή ντα όνταμ να ντικηγκόρ ζα ήντνα μόια ραμπότα..»..Σε διάλεκτο της δυτικής Μακεδονίας:
  • «Σάκαμ ντα ουζέβαμ λεωφορείοτο ουτ στάση ντα όνταμ να γραφείοτο να δικηγόροτο ζα αντνά φορολογική υπόθεση».
Δηλαδή στα προσλαβικά που είναι η κοινή βάση όλων των σλαβικών γλώσσων προστίθενται οι γλωσσικές ιδιαιτερότητες της ελληνικής.

Με το παράδειγμα αυτό να επισημάνω ότι η πτωχή προσλαβική δεν είχε στο αρχικό της λεξιλόγιο λέξεις και εκφράσεις που περιγράφουν πολύπλοκες και πολυσύνθετες καταστάσεις και γεγονότα και προπάντων νέα αντικείμενα με αποτέλεσμα να τα δανείζεται από την ελληνική.
Όπως τότε έτσι και σήμερα.

Αν ρωτήσετε σήμερα σλαβόφωνους Μακεδόνες θα διαπιστώσετε ότι οι περισσότερες λέξεις είναι σλαβοποιημένες ελληνικές.
Δηλαδή ο Δήμαρχος γίνεται «δήμαρχοτου» ο Πρόεδρος «πρόεδροτου» αλλά και πολλά ελληνικά ρήματα και εκφράσεις που προέκυψαν στο διάβα των αιώνων με τη μια κατάληξη σλαβοποιούνται κλπ.

Μια ανάρτηση όπως αυτήν που διαβάζετε φίλοι μου τώρα ή μια διάλεξη ή επιστημονική πραγματεία, στην ντόπια γλώσσα, την ελληνοσλαβική θα ήταν αδύνατη χωρίς την χρησιμοποίηση της ελληνικής γλώσσας.
Είναι μια αδυναμία την οποία γνωρίζουν όλοι.
  
Ως επαλήθευση αυτών αναφέρω ότι όλα τα έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα που χρησιμοποιούν οι φιλοσκοπιανοί και φιλοβούλγαροι εντός Ελλάδας στις αναρτήσεις τους στο διαδίκτυο και στις εφημερίδες που εκδίδουν ενώ προπαγανδίσουν την «μητρική μακεδονική γλώσσα» χρησιμοποιούν μόνο την ελληνική γλώσσα και την ελληνική γραφή.

Είναι τόσο φυσιολογικό που δεν προξενεί καμία έκπληξη!

Από την άλλη αφού μιλούν για «μακεδονική γλώσσα» γιατί δεν γράφουν σε αυτή τη γλώσσα αλλά γράφουν μόνο στα ελληνικά και μάλιστα όταν θέλουν να αποτυπώσουν γραπτά μακεδονικά τραγούδια τα γράφουν με ελληνικούς ή λατινούς χαρακτήρες;

Πιο απλά,
για απλές καθημερινές συζητήσεις αρκεί η ελληνοσλαβική αλλά αν θέλει κάποιος να ανακοινώσει κάτι η να γράψει θα χρησιμοποιήσει την ελληνική.
Αυτό γινόταν τον 7ο μ.Χ αιώνα, αυτό γίνεται και σήμερα.
Η λόγια γλώσσα της ελληνοσλαβικής είναι η ελληνική!

Νομίζω δεν χρειάζεται να επεκταθώ παραπάνω, απλώς να συμπληρώσω ότι στην διάρκεια της Τουρκοκρατίας η ελληνοσλαβική υιοθέτησε και τούρκικες λέξεις.

Εδώ θα ανοίξω μια παρένθεση και θα αναφέρω την ιστορία του μακεδονικού χωριού μου Πλεύνα-Πετρούσα το οποίο ιδρύθηκε μεν στις αρχές του 19ου αιώνα αλλά θεωρώ ότι η ιστορία του δεν διαφέρει και πολύ από αυτό που γινόταν τους προηγούμενους αιώνες στη Μακεδονία  με τα αμφίμικτα χωριά και την χρήση της ελληνοσλαβικής.
Η Πετρούσα ήταν ένα αμφίμικτο χωριό.

Οι πρώτοι κάτοικοι ήταν σλαβόφωνοι όπως τα όμορα χωρία Πύργοι-Μπουμπλίτσι και Ξηροπόταμος-Βισοτσάνη.
Στην συνέχεια εμπλουτίστηκε με οικογένειες από μέρη της Θρακομακεδονίας, Ηπείρου και Θεσσαλίας.
Γνωρίζουμε επακριβώς ποιες οικογένειες, από πού ήρθαν και πότε κατοίκησαν στη Πλεύνα.

Οι νέοι κάτοικοι που προστέθηκαν από Ήπειρο, συγκεκριμένα από την Σέπερη της Επαρχίας Δρυινούπολης Ηπείρου, από την Γαλάτιστα Χαλκιδικής και από την Τρίκαλα Θεσσαλίας ήταν ελληνόφωνοι.
Μέσα σε λίγα χρόνια έμαθαν οι νέοι έποικοι την ελληνοσλαβική με αποτέλεσμα το χωριό στη ουσία να είναι δίγλωσσο, αλλά προς τους έξω να φαίνεται σλαβόφωνο.
Ο γνωστός Βούλγαρος εθνολόγος Vasil Kanchov (1862-1902) όταν κατέγραψε το πληθυσμό του χωριού στις αρχές του 20ου αιώνα, το βρήκε όλο «βουλγαρικό» δηλαδή σλαβόφωνο, όπως φαίνεται δίπλα στη εικόνα που παραθέτω (επεξ. από μένα), από το Βιβλίο του «Μακεδονία. Εθνογραφία και Στατιστικά» εκδ. 1900, Σόφια.
 Δηλαδή το σλαβόφωνο ιδίωμα, η ελληνοσλαβική, όπως έχω τονίσει αρκετές φορές χαρακτηρίστηκε, λόγω της προσλαβικής της καταγωγής από τους πανσλαβιστές κακώς ως βουλγαρική με αποτέλεσμα ό ομιλών την ελληνοσλαβική να βαπτίζεται ως Βούλγαρος.

Έτσι βλέποντας τον πίνακα του Vasil Kanchov  να βγαίνει το συμπέρασμα ότι στη Πλεύνα ζούσαν στις αρχές του 20ου αιώνα 2.140 Βούλγαροι και 12 Τσιγγάνοι και
στη Προσοτσάνη  1.600 Βούλγαροι, 800 Τούρκοι, 480 Βλάχοι και 50 Τσιγγάνοι.

Δηλαδή και στα δύο χωριά ούτε ένας Έλληνας!
Αυτό θεωρώ ότι είναι ο ορισμός της πλαστογράφησης της ιστορίας.
Όταν γνωρίζουμε επακριβώς και για τις δύο κωμοπόλεις την ακριβή σύνθεση του πληθυσμού και την προσφορά στον Μακεδονικό Αγώνα μετά από λίγα μόνο χρόνια μετά την καταγραφή.

Στην Πλεύνα πάντως μετά από λίγα χρόνια και ειδικά μετά την Μικρασιατική καταστροφή ήρθαν πολλοί πρόσφυγες (έχω αναλυτική κατάσταση όλων των προσφύγων ) από Ανατολική Ρωμυλία, Μικρά Ασία και Πόντο.
Όλοι τους μετά την εγκατάστασή τους στην Πλεύνα έμαθαν και μιλούσαν και μιλούν το ελληνοσλαβικό ιδίωμα της Πλεύνας!.
Δηλαδή έγιναν Σλάβοι-Βούλγαροι κατά τον Kanchov  επειδή «αναγκάστηκαν» να μάθουν το τοπικό σλαβικό ιδίωμα;

Το ότι η ελληνοσλαβική ανήκει στη σλαβική γλωσσική οικογένεια δεν αμφισβητείται από κανέναν σήμερα, όμως αυτό που είναι άνευ αμφισβήτησης είναι ότι πρώτον η γλώσσα αυτή είχε πάντοτε ελληνική γραφή και δεύτερον ότι ο αυτός που μιλά την ελληνοσλαβική δεν είναι Σλάβος.

Η σημερινή «σλαβομακεδονική» ή «μακεδονική» γλώσσα των Σκοπίων όπως θα δούμε παρακάτω είναι η εκβουλγαρισμένη το 1862 ελληνοσλαβική της περιοχής της Αχρίδας και Μοναστηρίου.

Δ.4 Η ελληνοσλαβική, η σλαβοβουλγαρική και τα «βουλγαρικά» κατά την ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ.

Τέλη του 15ου αιώνα έχουμε την διάλυση του Ρωμαϊκού και Βουλγαρικού κράτους και την υποδούλωση στους μουσουλμάνους Οθωμανούς Τούρκους.

Ο Σουλτάνος δεν γνωρίζει εθνότητες, κατά το αραβικό πρότυπο, αλλά θρησκευτικές κοινότητες, milliet. 
Πέντε ήταν τα milliet:
Η κατανομή των πέντε milliet
στην Οθωμανική Αυτοκρατορία

i) το μουσουλμανικό (Τούρκοι, Αλβανοί, Άραβες, κλπ), 
ii)το Ρωμαϊκό -Rum milliet (όλοι οι ορθόδοξοι χριστιανοί), 
iii)το Αρμενικό και 
iv)το Ρωμαιοκαθολικό και
v) το Εβραικό.

Δηλαδή έχουμε 3 χριστιανικά milliet!

Εδώ φίλοι μου να σταθούμε για λίγο.

Ο διαχωρισμός αυτός θεωρείται από ορισμένους ως πράξη ανεξιθρησκείας των κατακτητών Οθωμανών Τούρκων.
Δεν ήταν όμως,
γιατί στους επόμενους αιώνες θα ακολουθήσουν σκοτεινοί χρόνοι καταπίεσης, δίωξης των χριστιανικών πληθυσμών, βίαιοι εξισλαμισμοί και αυτό το μαρτυρούν οι αναρίθμητοι Ρωμιοί Νεομάρτυρες που προτίμησαν τα φρικτά μαρτύρια και το θάνατο από τον εκμουσουλμανισμό (
δείτε ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΩΝ).

Η ένταξη των Σλαβοβουλγάρων των βουλγαρικών μητροπόλεων στο Rum milliet δηλαδή στους Έλληνες Χριστιανούς σηματοδοτεί σημαντικές εξελίξεις στο θέμα της θρησκείας της εκπαίδευσης και της γλώσσας.
Δηλαδή επανέρχεται ο εξελληνισμός των βουλγαρικών μητροπόλεων μετά από 300 χρόνια (1018-1185 ο πρώτος εξελληνισμός της Βουλγαρίας).

Η Ρούμελη κατά την διάρκεια
 της Τουρκοκρατίας
Οι Οθωμανοί ονομάζουν όλη την περιοχή Μακεδονίας και Βουλγαρίας Rumeli που σημαίνει χώρα των Rum δηλαδή των Ρωμιών.
Ούτε Σλάβων, ούτε Βουλγάρων, ούτε Μακεδόνων.
Η χώρα των Ρωμιών λοιπόν για τις οθωμανικές αρχές  και δεν ξεχωρίζουν εξελληνισμένους Βουλγάρους και Έλληνες αλλά όλοι θεωρούνται Ρωμιοί.

Να πούμε καταρχήν ότι ο όρος «Μακεδονία» ήταν άγνωστος στην οθωμανική διοίκηση μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα.

Η αρχική ονομασία ήταν  Rumeli Beylerbeyliği και συμπεριλάμβανε όλες τις βυζαντινές μητροπόλεις της Μακεδονίας και τις παλιές βουλγαρικές.
Συγκεκριμένα  αποτελούνταν από 19 Σαντζάκια:
Τα Βιλαέτια της Μακεδονίας κατά την Τουρκοκρατία.
Σόφια, Βίντιν, Κιουστεντίλ, Μπλαγκόεγραντ, Φιλιππούπολη  Θεσσαλονίκη, Τρίκαλα, Ιωάννινα, Σκόδρα, Αυλώνα, Ελμπασάν, Πέκ (στη σημερινή Γιουγκοσλαβία) στην Αχρίδα, Δελβίνου, Σκόπια, Κρούσεβο, Πρίζρεν, Στιπ και η Βουλτσέτριν.

Μόλις το 1864 διαιρέθηκε στα τρία βιλαέτια της Θεσσαλονίκης, του Μοναστηρίου και του Κοσόβου, όπως φαίνεται στη διπλανή εικόνα.
Η υπαγωγή των βουλγαρικών μητροπόλεων  στο ελληνικό Πατριαρχείο και ο εξελληνισμός τους δεν έγινε με εχθρική κατάληψη των μητροπόλεων, αλλά στο πνεύμα των milliet  κάθε θρησκευτική ομάδα και ουσιαστικά κάθε υπόδουλος μπορούσε να διαλέξει το milliet  που ήθελε.
 Μην ξεχνάμε ότι το ελληνικό Πατριαρχείο και οι χριστιανοί είναι υπόδουλοι των Οθωμανών!

Προφανώς αυτοί που δεν ήθελαν τον ορθόδοξο χριστιανισμό και το θεωρούσαν εχθρό των παραδόσεων τους, όπως οι «εθνικοί» ή οπαδοί της «πατρώας θρησκείας» Έλληνες φυσικά και δεν ανήκαν στο Rum milliet και δεν είναι Ρωμιοί.
Πολλοί είναι εκείνοι που εκμουσουλμανίστηκαν οικειοθελώς.

Το Rum milliet είναι η κοινότητα των ελληνορθόδοξων Ρωμιών η οποία θα διαφυλάξει και θα συνεχίσει την ελληνική παράδοση των αρχαίων και βυζαντινών χρόνων.
Η ορθοδοξία και μόνο αυτή είναι ο θεματοφύλακας του ελληνικού πολιτισμού.
Αυτό κρατήστε το γιατί θα μας χρειαστεί στην επανάσταση των Ρωμιών του 1821.

Δεν υπάρχει άλλο milliet στην Οθωμανική αυτοκρατορία που να συνεχίζει την ελληνική παιδεία της Ρωμαικής αυτοκρατορίας.

 Ο μεγάλος Φιλέλληνας, πατέρας της «ανθρωπιστικής παιδείας» στη Βαυαρία (Vater der humanistischen Bildung“), καθηγητής πανεπιστημίου της αρχαίας ελληνικής γλώσσας Ειρηναίος Θείρσιος(1784-1860)(γερμ. Friedrich Thiersch), παρά την επιθετική στάση των Βαυαρών ενάντια στη ελλαδική εκκλησία θα παραδεχθεί ότι :

«Ήταν οι ιερείς που κράτησαν χωρίς διακοπή ζωντανή στο έθνος τη μνήμη του παρελθόντος.
Μακριά από τον σκοταδισμό, ο ελληνικός κλήρος έβαλε ως κυρίαρχο στόχο την διαρκή εκπαίδευση του λαού.»

Gottfried Hensel: Europa Polyglotta,
  "Multilingual Europe, showing the genealogy of
 the languages,
 together with the alphabets and modes
of writing of all peoples
."
Στον Torsten Szobries στο ¨Sprachliche Aspekte des "nation-buildingin Mazedonien¨ σελίδα 48, διαβάζουμε την έκπληξη του (αλλά αυτή είναι κοινή αντίληψη στους περισσοτέρους δυτικούς ιστορικούς) ότι:

«Στην Δυτική Ευρώπη επικρατεί για πολλούς αιώνες η άποψη ότι στη Μακεδονία στο μεγαλύτερο μέρος κατοικείται από Τούρκους και Έλληνες (Griechen). Μόνο στα μέσα του 19ου αιώνα έφταναν πληροφορίες ότι υπάρχουν σλαβικές εγκαταστάσεις στα Βαλκάνια.

Έτσι στο εθνολογικό χάρτη Europa Polyglotta του 1730 εμφανίζονται μόνο η ελληνική και η τουρκική γλώσσα στα ανατολικά Βαλκάνια.
Ο δε Franz August O’Etzel το 1821 χαρακτηρίζει τους  Έλληνες(Griechen) ως την μεγαλύτερη κοινωνική ομάδα στα Βαλκάνια.»

 Αυτό που δεν φαίνεται να κατανοούν όλοι οι σύγχρονοι ιστορικοί και αναλυτές είναι ότι υπάρχει διαφορά στην έννοια του όρου «Έλληνα» όπως το χρησιμοποιούν αυτοί και  την έννοια του Ρωμιού κατά την Τουρκοκρατία.
Προπάντων ο όρος «Σλάβος» για την Μακεδονία ήταν άγνωστος για εκατονταετίες μέχρι την βίαιη και ανιστόρητη ταύτιση που δρομολόγησαν οι πανσλαβιστές το 19ο αιώνα που ονόμασαν και βάπτισαν αυθαίρετα τους σλαβόφωνους Σλάβους.
Μέχρι τον 19ο αιώνα όλοι όπως έγραψα πολλές φορές ήταν όλοι Ρωμιοί, είτε ελληνόφωνοι, είτε σλαβόφωνοι, είτε βλαχόφωνοι.

Για αυτούς τους ιστορικούς και αναλυτές  «Έλληνας» είναι εξ ορισμού μόνον ο ομιλών την ελληνική γλώσσα.
Στην ξενόγλωσση βιβλιογραφία εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων δεν συνάντησα τον όρο Ρωμιός- 
Romií- Romäer
για την περίοδο αυτή και δεν υπάρχει ακριβής προσδιορισμός ποιος λεγόταν Ρωμιός και ποιος Έλληνας την Τουρκοκρατία.

Εξαίρεση αποτελεί ο Johann Wilhelm Zinkeisen ο οποίος στο ‘Geschichte Griechenlands Vom Anfange geschichtlicher Kunde bis auf unser Tage (1832)’ δηλαδή Ιστορία της Ελλάδας από την αρχή της ιστορικής γνώσης μέχρι σήμερα (1832) αναφερόμενος στην βυζαντινή περίοδο της ελληνικής ιστορίας αναφέρει τους υπηκόους της Ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας ως Romäer δηλαδή Ρωμιός και όχι ως Έλληνες ή Βυζαντινούς.

Όμως οι Ρωμιοί δεν μιλούν αναγκαστικά μόνον ελληνικά!.

Το Πατριαρχείο των Ρωμιών επί Τουρκοκρατίας όπως και επί της βυζαντινής αυτοκρατορίας είχε διάφορες γλωσσικές κοινότητες, έτσι έχουμε Ρωμιούς ελληνόφωνους, σλαβόφωνους, βλαχόφωνους, τουρκόφωνους και αραβόφωνους πληθυσμούς.

Οι ιστορικοί ερευνητές του Μακεδονικού Ζητήματος (θέλουν να) βλέπουν τον εξελληνισμό ως μια επιφανειακή διαδικασία απαλλοτρίωσης του παλιού σλαβοβουλγαρικού πολιτισμού από τον ελληνικό.
Οι πολιτιστικές Ζώνες στα Βαλκάνια κατά
Jovan
 Cvijić (1918)
Ο Χάρτης του Jovan Cvijić δείχνει την για την διαχρονική κατανομή του Ελληνικού-Βυζαντινού πολιτισμού (χρυσό χρώμα) και του Σλαβικού-Πατριαρχικού πολιτισμού.

Βλέπει κανείς ότι υπάρχει μια ενιαία εικόνα στον ελλαδικό και στο βουλγαρικό χώρο.

Πολλοί έμπειροι και αναγνωρισμένοι μελετητές του Μακεδονικού ζητήματος αναφέρουν πολύ βιαστικά και με μια ανησυχητική αφέλεια ότι
«κάποιοι πληθυσμοί ¨εξελληνίστηκαν¨, ιδίως στις πόλεις ενώ η ύπαιθρος ήταν Βούλγαροι-Σλάβοι».
Το ερώτημα μου είναι πως το γνωρίζουν αυτό και γιατί τέτοια γενίκευση;
Προφανώς αναφέρονται στην σλαβοφωνία.

Για μεν τις παλιές βουλγαρικές μητροπόλεις δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι σλαβόφωνοι «θα πρέπει» να ήταν Βούλγαροι.
Για τις βυζαντινές μητροπόλεις όμως;
Εδώ τα πράγματα μπερδεύονται και δεν υπάρχει ενιαία και ξεκάθαρη εικόνα.

Ας δούμε μερικά παραδείγματα.

Ο όρος «εξελληνισμός» συναντάται στην διεθνή βιβλιογραφία ως ,
«graecisierung» κατά Jutta de Jong (‘Der nationale Kern des makedonischen Problems’. Σελίδα 26,27)
ή  «gräzisierung» κατά
 Prof.Dr.Gustav Weigand (‘Ethnographie von Makedonien’, Leipzig 1924 σελίδα 7, 8, 29, και κατά
Fikret Adanir (‘Die Makedonische Frage’, σελίδα 62), και κατά
Mehmet Hacisalihoglu (‘Die Jungtürken und die Makedonische Frageσελίδα 76,111,225,235,264,267).

Έτσι ο Prof. Dr. Gustav Weigand στο ‚Ethnographie von Makedonien‘ χρησιμοποιεί τον ίδιο όρο gräzisiert
στην σελίδα 7 για τους αρχαίους Μακεδόνες και Θράκες για να δηλώσει ότι εξελληνίστηκαν από τους Αθηναίους
και στην σελίδα 29 το ίδιο όρο για τον εξελληνισμό των Σλάβων.
Περιγράφοντας τις εθνότητες της Μακεδονίας στις αρχές του 1900, αναφέρει μεταξύ άλλων:
(στην πρώτη θέση οι Βούλγαροι, δεύτερη οι Τούρκοι, τρίτη οι Έλληνες, τέταρτη οι Αλβανοί, πέμπτη οι Αρουμάνοι, έκτη οι Εβραίοι, έβδομη οι Τσιγγάνοι, όγδοη οι Σέρβοι):
«στην τρίτη θέση βρίσκονται οι Έλληνες με τους εξελληνισμένους (Gräzisierten GräkomanenΓραικομάνους».

Ενώ η Jutta de Jong στο ‚Der nationale Kern des makedonischen Problems‘ στην σελίδα 26 περιγράφει σε δύο σειρές μια ανιστόρητη θέση.
Ισχυρίζεται λοιπόν ότι μετά τον 6ο αιώνα μΧ. η εγκατάσταση των Σλάβων στη Μακεδονία είχε ως αποτέλεσμα τον εκσλαβισμό του ντόπιου πληθυσμού.
Μόνο οι πόλεις διατήρησαν τον εξελληνισμένο χαρακτήρα τους (graecisierten Charakter), δηλαδή υιοθετεί της στρεβλές θέσεις του Fallmerayer.

Δύο είναι οι θεωρίες για τους σλαβόφωνους Ρωμιούς της Μακεδονίας.
Η μία τους θεωρεί Βουλγάρους η άλλη Σλαβομακεδόνες.

Συνδέεται η σλαβοφωνία, αποδίδεται και μεταφράζεται ως στοιχείο εθνικής συνείδησης από ορισμένους ως βουλγαρική και από άλλους ως σλαβομακεδονική.
Και οι δύο όμως απόψεις δεν λαμβάνουν υπ’ όψη πιθανόν από άγνοια και μια κατά την γνώμη μου πολυπληθέστατη ομάδα σλαβοφώνων οι οποίοι αισθάνονται την περίοδο που περιγράφουμε, δηλαδή 18ο και 19ο αιώνα Ρωμιοί και ονομάζονται και χαρακτηρίζονται αργότερα ως Γραικομάνοι.
Παρακάτω θα ασχοληθούμε εκτενώς με την περίπτωση των Γραικομάνων, δηλαδή των σλαβόφωνων Ρωμιών.

Πάντως η μεγάλη κοινωνική ομάδα των Γραικομάνων αγνοείται συστηματικά από τους ξένους αναλυτές και ιστορικούς της περιόδου αυτής.
Θεωρούνται όλοι οι σλαβόφωνοι ως Σλάβοι.

Έχει την εξήγησή του αυτό και θα το αναλύσουμε διεξοδικά.

Ο γνωστός για τα φιλοβουλγαρικά του συναισθήματα Weigand προβάλλοντας τα βουλγαρικά συμφέροντα βλέπει στη Μακεδονία μόνο Βουλγάρους αναφέροντας μόνο μια φορά τους Γραικομάνους, χωρίς να αναφέρει στον αναγνώστη την πραγματική διάσταση του γλωσσικού προβλήματος, δηλαδή ότι οι Γραικομάνοι είναι κατά την δική του ορολογία ¨Βούλγαροι¨ με ελληνική εθνική συνείδηση.

Η δε Jutta de Jong βλέπει και αναφέρει στο βιβλίο της μόνο Σλαβομακεδόνες και πουθενά Βουλγάρους στη Μακεδονία και πουθενά αναφορά για το σημαντικότατο πρόβλημα των ¨Γραικομάνων¨.
Συγκεκριμένα τα έθνη που υπάρχουν κατά την Jutta de Jong είναι:
Αλβανοί, Αρμένιοι, Αρουμάνοι, Έλληνες (Griechen), Μεγλενίτες (Βλάχοι Μογλενών), Σέρβοι, ΜακεδονοΣλάβοι (Makedo-Slaven), Σπανιόλοι (εβραίοι από Ισπανία), Τούρκοι και Τσιγάννοι.

Πουθενά στην Μακεδονία κατά την ίδια δεν υπάρχουν Βούλγαροι!.

Στη εικόνα βλέπουμε από την σελίδα 80 του βιβλίου της την σχέση εθνικοτήτων και θρησκευμάτων στην Μακεδονία.

Κατά τον Torsten Szobries στο ‘Sprachliche Aspekte des "nation-buildingin Mazedonien’ στην σελίδα 47 υπάρχουν κατά σειρά Σλάβοι, Τούρκοι, Έλληνες και Αλβανοί, Τσιγγάνοι(Ρομά), Αρομάνοι, Μεγλενίτες, Τσερκέζοι, Αρμένιοι και Τάταροι.
Και εδώ πουθενά Βούλγαροι!.

Ενώ ο Mehmet Hacisalihoglu στο 'Die Jungtürken und die Makedonische Frage (1890-1918)'  βλέπει μόνο «Βουλγάρους της Μακεδονίας» και όχι Σλαβομακεδόνες.

Αυτές είναι οι δύο αντιλήψεις, η επικρατούσα όμως κοινή θέση για όλους είναι ότι στις πόλεις υπήρχαν Έλληνες ενώ στην ύπαιθρο Σλάβοι-Βούλγαροι.

Τι είναι όμως «εξελληνισμόςgraecisierung»;
Στόχος και σκοπός του Πατριαρχείου δεν ήταν η εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας αλλά η διατήρηση και εξάπλωση της ελληνορθοδόξου πίστης και του ελληνικού πολιτισμού.

Αυτό θα μας το πει πολύ εύστοχα, ο Τούρκος Ερευνητής του 19ου αιώνα, ο Tunali Hilmi στο «Mazedonien, Seine Vergangenheit, Gegenwart, Zukunft‘, Kairo 1898, σελίδα 10», αναφερόμενος  στην ιστορία της Βουλγαρίας "από το σχίσμα (1054)μέχρι την παρούσα κατάσταση (το 1898 δηλαδή)":
«Εδώ βρίσκονται οι ΣΤΟΧΟΙ της ανατολικής εκκλησίας (Πατριαρχείου).
 Ο ΕΞΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ  (die Gräzisierung der Welt…)»…

Ενώ στην αρχαιότητα ίσχυε το Ισοκρατικό «Ἓλληνὲς εἰσι οἱ μετέχοντες τῆς Ἑλληνικῆς παιδείας» αυτό στους βυζαντινούς και μεταβυζαντινούς χρόνους δηλαδή στην Τουρκοκρατία μετετράπηκε στο 
¨Ρωμιοί-Έλληνες είναι οι μετέχοντες τον ελληνορθόδοξο πολιτισμό και θρησκεία¨.
Εξελληνισμός δεν σημαίνει επαναλαμβάνω εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας
αλλά ενσωμάτωση στον βυζαντινό ρωμαϊκό πολιτισμό.

Αυτό όμως ισχύει μόνο για τους εξελληνισμένους Βούλγαρους των παλιών βουλγαρικών Μητροπόλεων, γιατί οι σλαβόφωνοι Ρωμιοί των βυζαντινών μητροπόλεων ήταν πάντοτε Ρωμαίοι πολίτες και πριν την άλωση την Κωνσταντινούπολης και σήμερα!

Χωρίς κανένας αναλυτής να προσδιορίσει επακριβώς τι είναι εξελληνισμός παραμένει στον αναγνώστη η εικόνα αποτυχημένης πολιτισμικής αλλαγής.
Δηλαδή θεωρούν ότι,
ναι μεν επήλθε εξελληνισμός αλλά στην ουσία παραμένει η βουλγαρική παράδοση.

Αυτό που φαίνεται είναι ότι επιβάλλεται στον σλαβόφωνο πληθυσμό ένας ξένος πολιτισμός και μια ξένη παιδεία.
Εδώ γίνεται μια ανιστόρητη γενίκευση και δεν ξεχωρίζεται η πραγματική κατάσταση που επικρατεί στις βυζαντινές μητροπόλεις από αυτή των παλιών βουλγαρικών.

Θα το δούμε στην πορεία αυτό το ενδιαφέρον θέμα του υποτιθέμενου εξελληνισμού γιατί εδώ βρίσκεται και το κλειδί για να αντιληφθούμε την πλαστογράφηση της ιστορίας της Μακεδονίας.

Πάντως με την υπαγωγή στο ελληνικό Πατριαρχείο λοιπόν και τον εξελληνισμό παύει η θεία λειτουργία στις βουλγαρικές μητροπόλεις.
Παρόλα ταύτα διδάσκεται υποτυπωδώς στα βουλγαρικά εκκλησιαστικά σχολεία, για χρήση των λιγοστών μοναστηριών που εξακολουθούσαν να διατηρούν το παλαιοβουλγαρικό εκκλησιαστικό τυπικό.
Τα μοναδικά μοναστήρια στα οποία ζει η παλαιοβουλγαρική παράδοση είναι στο Άγιο Όρος τα μοναστήρια Ζωγράφου και Χιλανδαρίου και στην Νοτειοδυτική Βουλγαρία το Μοναστήρι της Ρίλα (Fikret AdanirDie Makedonische Frage, σελίδα 60).

Εδώ βρίσκεται η μεγάλη πλάνη των νεοβουλγάρων που προσπαθούν να επιρρίψουν την ανυπαρξία της λόγιας βουλγαρικής γλώσσας και την έλλειψη συγγραμμάτων στη υπαγωγή στο «εχθρικό» ελληνικό Πατριαρχείο .

Η γλώσσα διδάσκεται, όμως διανοούμενοι δεν υπάρχουν ή δεν θέλουν να γράψουν στη παλαιοσλαβονική, δηλαδή στην λόγια βουλγαρική.

Παρόλα ταύτα όμως στην διάρκεια των 500 χρόνων υπάρχουν λιγοστά έργα που γράφονται στην κυριλλική γραφή στη Βουλγαρία αλλά στις καθομιλούμενες σλαβοβουλγαρικές διαλέκτους και όχι στην παλαιοσλαβονική την οποία δεν καταλαβαίνει κανείς πλέον.

Είναι κυρίως θρησκευτικά έργα, όπως τα «Δαμασκηνάρια» που είναι μετάφραση του έργου ὁ «Θησαυρός», του Ρωμιού Μακεδόνα Αγίου Δαμασκηνού του Στουδίτου (1500-1577), τα οποία είναι μεταφράζονται στις καθομιλούμενες διαλέκτους και όχι στη λόγια παλαιοσλαβονική για να γίνεται αντιληπτή από τους πιστούς που την άκουγαν.
Ο Καθηγητής Βαλκανικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας κ. Κωνσταντίνος Νιχωρίτης αναφέρεται σε αυτήν την επίδραση. 
Τα Δαμασκηνάρια (Дамаскините)
«Τά Δαμασκηνάρια (Дамаскините) ἐμφανίσθηκαν στήν Βουλγαρία ἀπό τά τέλη τοῦ 16ου μέχρι τά μέσα τοῦ 19ου αἰώνα.»
Κατά τον καθηγητή Νιχωρίτη: 
«Τό λογοτεχνικό αὐτό εἶδος τῶν Δαμασκηναρίων διαδίδεται ἐκτενέστατα κατά τήν περίοδο τοῦ 17ου -18ου αἰ., καί πληροῖ τίς λογοτεχνικές ἀνάγκες τοῦ «βουλγαρικοῦ» ἀναγνωστικοῦ κοινοῦ τήν περίοδο αὐτήν.

Το αποτέλεσμα του εξελληνισμού των βουλγαρικών μητροπόλεων είναι η εμπέδωση της ρωμαίικης συνείδησης και στους Βουλγάρους, πιθανόν όχι σε όλους.
Εκτός από τα λιγοστά μοναστήρια που συντηρούν την παλιά βουλγαρική εθνική συνείδηση οι υπόλοιποι αποκτούν ρωμαίικη συνείδηση.
Δηλαδή στις αρχές του 19ου αιώνα έχουμε ένα Rum milliet στο οποίο δεσπόζει η ελληνορθόδοξη εκκλησιαστική παράδοση και υπάρχει παντού η ελληνική παιδεία η οποία βρίσκεται στην ευθύνη του Πατριαρχείου Κωνσταντινούπολης.

 Επομένως για ποιά «βουλγαρική» γλώσσα τους τέσσερις αιώνες της Τουρκοκρατίας μιλάμε;

Τότε θα πει κανείς και δικαιολογημένα πότε και  πως φτάσαμε στο σημείο αυτό
οι ομιλούντες την ελληνική να θεωρούνται Έλληνες από τους ιστορικούς και
την σλαβική Βούλγαροι;

Όλα ξεκινούν από την οθωμανική διοίκηση, η οποία καταγράφοντας τους υπόδουλους πληθυσμούς δεν μπορεί να ξεχωρίσει εθνότητες αλλά γλώσσες.
Από δω ξεκινά η πλάνη.
Ο διάσημος Τούρκος περιηγητής του 17ου αιώνα Εβλιγιά Τσελεμπή(Evliya Çelebi, 1611-1684) στις περιηγήσεις του στη Μακεδονία ξεχωρίζει ελληνικό, βουλγαρικό και λατινικό πληθυσμό.
Αναφέρει για ορισμένες περιοχές ότι μιλούσαν βουλγαρικά (bulgarca), ρωμαϊκά (rumca), αλβανικά-αρναούτικα (arnavudca) και την τουρκική γλώσσα (lisan-i tiirki)
Τα ίδια θα γράψει δύο αιώνες μετά ένας άλλος περιηγητής o Βικτόρ Μπεράρ (Victor Bérard, 1864-1931). Και αυτός αναφέρεται σε ελληνικά και βουλγαρικά χωριά στη Μακεδονία.

Οι οθωμανικές αρχές και οι περιηγητές μη μπορώντας να ξεχωρίσουν τις Σλαβοβουλγαρικές διαλέκτους από τις ελληνοσλαβικές σλαβοθρακομακεδονικές διαλέκτους τις ονομάζουν όλες συλλήβδην ¨βουλγαρικά¨.
Για την εποχή εκείνη δεν είχε επιπτώσεις ο διαχωρισμός αυτός, πολύ περισσότερο αποτύπωνε μια κοινωνική τάξη, αφού τα ¨βουλγαρικά¨ μιλιούνταν από τις γεωργοκτηνοτροφικές ομάδες της υπαίθρου της Ρούμελης (Μακεδονίας και Βουλγαρίας).

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Στους τέσσερις αιώνες υποδούλωσης στους Οθωμανούς Τούρκους έχουμε ένα δεύτερο εξελληνισμό των παλιών βουλγαρικών μητροπόλεων, όμως έχουμε και μοναστήρια τα οποία κρατούν την παλιά βουλγαρική παράδοση και τα εκκλησιαστικά σχολεία που διδάσκεται η παλαιοσλαβονική για θρησκευτικούς λειτουργικούς σκοπούς μόνο.
Δεν υπάρχουν όμως στις παλιές βουλγαρικές μητροπόλεις βουλγαρικά κοσμικά-δημόσια σχολεία που να διδάσκεται η σλαβοβουλγαρική γλώσσα και έτσι δεν αναπτύσσεται.
Με λίγα λόγια δεν έχουμε μία «βουλγαρική γλώσσα».

Στις βυζαντινές φυσικά δεν διδάχθηκε ποτέ η παλαιοσλαβονική πριν την υποδούλωση πόσω μάλλον τώρα που όλη η ορθόδοξος κοινότητα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας είναι στον έλεγχο του ελληνικού Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης.
Παρόλα ταύτα ο όρος «βουλγαρική» γλώσσα χρησιμοποιείται από τις οθωμανικές αρχές για να χαρακτηρίσει όλες τις σλαβόφωνες διαλέκτους της σλαβοβουλγαρικής και της ελληνοσλαβικής.

Στην σύγχυση αυτή της ονομασίας στηρίζονται οι πανσλαβιστές και με πρώτο τον Παΐσιο  Χιλανδαρινό εμψυχώνουν τους σλαβόφωνους να μάθουν την «βουλγαρική» γλώσσα.

Ε. Η ΡΩΜΙΟΣΥΝΗ ΚΑΙ Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΡΩΜΙΩΝ ΤΟΝ 19Ο ΑΙΩΝΑ

Ε.1 Η προετοιμασία της Επανάστασης του γένους 

Η πολιτική και η στρατηγική του Πατριαρχείου στους αιώνες αυτούς ήταν να διαφυλάξει όρθιο το εθνικό φρόνημα των Ρωμιών ραγιάδων όπως αποκαλούνταν όλοι ορθόδοξοι χριστιανοί από την καταπίεση του οθωμανικού ζυγού.

Από τον Πόντο, στην Καππαδοκία, στα παράλια της Μικράς Ασίας και τα νησιά, στη Θράκη στην Μακεδονία Ήπειρο Στερεά Ελλάδα, Κρήτη και στην Κύπρο, όλοι οι ραγιάδες έχουν ένα κοινό σκοπό, την απελευθέρωση.

Ρωμαίοι Αρματολοί
Είναι όλοι Ρωμιοί, είτε είναι ελληνόφωνοι, είτε τουρκόφωνοι Καππαδόκες, είτε σλαβόφωνοι και βλαχόφωνοι της Θρακομακεδονίας, είτε αραβόφωνοι της Μέσης Ανατολής και της Αιγύπτου και έχουν όλοι την ίδια εθνική ρωμαίικη συνείδηση και αισθάνονται ως ΕΝΑ γένος, το γένος των Ρωμιών.

Και ένα είναι το ζητούμενο ή καλύτερα το «ποθούμενο» κατά τον Άγιο Κοσμά των Αιτωλό:
 η Παλιγγενεσία,
 η ελεύθερη Ρωμιοσύνη,
 η απελευθέρωση του Βυζαντίου,
 η Ρωμανία και η πρωτεύουσα της, η Κωνσταντινούπολη.

Η ανάσταση του γένους αφορούσε δηλαδή όλο το Rum milliet και χρειαζόταν προετοιμασία.

Η πολιτιστική κατάσταση όμως σε όλα τα μήκη και πλάτη της νότιας Βαλκανικής δεν ήταν η ίδια. Υπήρχαν περιοχές που είχαν αναπτύξει έντονη πολιτιστική δραστηριότητα, ιδιαίτερα στα μεγάλα και μικρά αστικά κέντρα της Μακεδονίας και άλλες απομακρυσμένες από τα κέντρα, οι οποίες ήταν για εκατονταετίες υποβαθμισμένες.
Επομένως χρειαζόταν αγώνας για να τους προσεγγίσει και να τους επιμορφώσει το ελληνικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης.

Δύο μεγάλες μορφές ιερωμένων εμφανίζονται περί το 1750 οι οποίοι καθένας με διαφορετικούς στόχους προσπαθούν να αφυπνίσουν τους καταπιεσμένους στη Μακεδονία, ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός και ο Άγιος των Βουλγάρων Παΐσιος Χιλανδαρινός.

Ε.1.1. Κοσμάς ο Αιτωλός (1714-1779)


Το 1749 πήγε στην Αθωνιάδα Σχολή του Αγίου Όρους (χερσόνησος του Άθω), όπου έκανε σπουδές ανωτέρου επιπέδου στη θεολογία και τη φιλοσοφία.
Εκεί υπήρξε μοναχός για δύο περίπου χρόνια στη μονή Φιλοθέου του Αγίου Όρους. Το 1759 εγκατέλειψε το μοναστήρι και με εντολή του Πατριάρχη Σεραφείμ ξεκίνησε τις περιοδείες του στη Δυτική και Βόρεια Ελλάδα και την Ήπειρο προκειμένου να αντιμετωπίσει τον αυξανόμενο τότε εξισλαμισμό των Ρωμιών.
Παρακινούσε με θέρμη τους Ορθοδόξους Χριστιανούς να ιδρύσουν σχολεία που θα διδάσκουν την ορθοδοξία.

Το σχολείο αντιμετωπίζεται από τον Κοσμά σαν απαραίτητη προϋπόθεση για την προώθηση της ορθοδοξίας και η ελληνική εκπαίδευση σαν ένα εργαλείο κατήχησης στην ορθοδοξία .
Εκτός από τη σημασία της Ελληνικής γλώσσας αναφέρεται συχνά και στο "ποθούμενο" που ήταν η απελευθέρωση του γένους
Μέσα σε 16 χρόνια ίδρυσε περίπου 200 σχολεία. Στις Διδαχές του παρότρυνε τους γονείς να σπουδάζουν τα παιδιά τους Ελληνικά, τα οποία είναι η «γλώσσα της Εκκλησίας».
«Να σπουδάζετε και εσείς, αδελφοί μου, να μανθάνετε γράμματα όσον ημπορείτε. Και αν δεν εμάθετε οι πατέρες, να σπουδάζετε τα παιδιά σας, να μανθάνουν τα ελληνικά,
 διότι και η Εκκλησία μας είναι εις την ελληνικήν. 
Και αν δεν σπουδάσεις τα ελληνικά, αδελφέ μου, δεν ημπορείς να καταλάβης εκείνα οπού ομολογεί η Εκκλησία μας».

Εδώ να πω ότι τον Άγιο Κοσμά δεν τον ενδιέφερε τόσο η γλώσσα που μιλούσαν οι Ρωμιοί αλλά η διδασκαλία και η προετοιμασία για την εξέγερση.


Για τον Παΐσιο δεν υπάρχουν δυστυχώς πολλές ιστορικές αναφορές. Γεννήθηκε το 1722 πιθανόν στο Bansko.
Από το 1745 μέχρι το 1762 που συγγράφει την «Σλαβοβουλγαρική Ιστορία» στη Μονή Ζωγράφου στο Άγιο Όρος μετά από την ρήξη του με την Μονή Χιλανδαρίου είναι ιερομόναχος στο Άγιο Όρος.

Μετά την συγγραφή του έργου του ταξιδεύει στη Βουλγαρία στην οποία δημοσιοποιεί την μοναδική εργασία του.
Έτσι η πιο ουσιαστική συμβολή του Παΐσιου είναι η ανάδειξη της θεωρίας του πανσλαβισμού που με την καταγραφή του έργου του «Σλαβοβουλγαρική Ιστορία» το 1762 και την χειρόγραφη αναπαραγωγή του ξεκινά η δημιουργία της νέας Βουλγαρικής συνείδησης.

Ο Παΐσιος, οπαδός του πανσλαβισμού ενδιαφέρετε για την αφύπνιση της παλιάς βουλγαρικής εθνικής συνείδησης που έχει ξεφτίσει. Το μόνο επιχείρημα που επικαλείται είναι η «βουλγαρική γλώσσα» και πάνω σε αυτό προσπαθεί να πείσει τον αναγνώστη για την χαμένη ιστορική μνήμη.
 Ω, ασυλλόγιστε και ανόητε, γιατί ντρέπεσαι να ονομαστείς Βούλγαρος και δε διαβάζεις και δε μιλάς την δική σου γλώσσα;
"Σλαβοβουλγαρικη Ιστορία, Εκδ.Κυριακίδη, σελ 36,

Τι θέλω να πω με αυτή την σύγκριση;

Ο Κοσμάς ο Αιτωλός προετοιμάζει τους Ρωμιούς ελληνόφωνους, σλαβόφωνους και βλαχόφωνους για επανάσταση εναντίον των Οθωμανών, ενώ το ενδιαφέρον του Παΐσιου είναι να αφυπνίσει τους Βουλγάρους που στην εποχή του δεν είχαν εθνική συνείδηση.

Αυτός είναι ο πρώτος που μιλά για την νέα βουλγαρική εθνική συνείδηση, επομένως στα μέσα του 19ου δεν υπήρχε βουλγαρική συνείδηση,
σήμερα θα λέγαμε «δεν υπήρχαν εθνικά Βούλγαροι»!

Ε.2 Η επαναστατική δραστηριότητα τον 19ο αιώνα στη Μακεδονία και την Βουλγαρία.

Η συμβολή-προτροπή του Παΐσιου να μιλούν οι σλαβόφωνοι τα «βουλγαρικά» δεν συνιστά επαναστατική ιδεολογία σε αντίθεση με την διδασκαλία του Αγίου Κοσμά για ανατροπή του οθωμανικού κράτους.
Είναι απλά μια καθαρά εκκλησιαστική κίνηση του Παΐσιου ανεξαρτητοποίησης από το ελληνικό Πατριαρχείο χωρίς κανέναν επαναστατικό και ανατρεπτικό μηχανισμό.

Από ελληνικής πλευράς υπάρχει μια πλούσια επαναστατική προετοιμασία και ετοιμότητα της οποίας κύριος εκφραστής είναι ο Ρήγας Βελεστινλής.

Από βουλγαρικής;
ΚΑΝΕΙΣ!
Μόνο ο Παίσιος και οι μαθητές του και αυτοί το μόνο που ζητούν είναι να γίνεται η Θεία Λειτουργία στα σλαβικά.
Εδώ αντίπαλος δεν είναι η Οθωμανική αυτοκρατορία αλλά το ελληνικό Πατριαρχείο.
Η πανσλαβική θεωρία και ιδέα δεν θέλει επαναστατική σύγκρουση με τους Τούρκους, δεν έχουν άλλωστε τις υποδομές για κάτι τέτοιο, αλλά μια αυτονόμηση μέσα στο Σουλτανάτο της πράγμα το οποίο έγινε μετά το 1876.

Η Επανάσταση και η παλιγγενεσία του1821 ήταν η εξέγερση των Ρωμιών ενάντια στην οθωμανική τυραννία.
Ήταν η επανάσταση του ΓΕΝΟΥΣ, η παλιγγενεσία.
Αλλά ποιο είναι το «γένος»;

Οι Ελληνόφωνοι Έλληνες μόνο;

Αν στηριζόταν η επανάσταση του 1821 στους ελληνόφωνους δεν θα είχε γίνει ποτέ!
Στο ίδιο γένος δεν ήταν οι βλαχόφωνοι πρώτος και καλύτερος ο Ρήγας και οι περισσότεροι αρματολοί, πολεμιστές και ευεργέτες και 
οι σλαβόφωνοι Μακεδόνες που με την Μακεδονική Λεγεώνα και αρχιστράτηγο τον Τάσο Καρατάσο (1764-1830) πήραν μέρος σε αποφασιστικές μάχες ενάντια στον κατακτητή.
Αυτοί δεν ήταν το ίδιο «γένος»;
 Όλοι Ρωμιοί δεν ήταν;

Το ότι απελευθερώθηκε το 1821 μόνο η Ελλάδα,   ένα μικρό τμήμα της Ρωμανίας και ονομάστηκαν «Έλληνες» οι κάτοικοι της ελεύθερης Ελλάδας είναι ένα μεγάλο θέμα το οποίο δεν θα ήθελα να αναπτύξω πολύ στο σημείο αυτό.

Αλλά μια μικρή αναφορά επιβάλλεται γιατί έχει σχέση με την ιστορία της Μακεδονίας.

Ο πρώτος σύγχρονος ορισμός του ποιος είναι Έλληνας είναι γραμμένο και διατυπωμένο στη Πρώτη Εθνική Συνέλευση της Επιδαύρου (20 Δεκεμβρίου 1821 - 16 Ιανουαρίου 1822) :

«Όσοι αυτόχθονες κάτοικοι της Επικρατείας της Ελλάδος πιστεύουσιν εις Χριστόν εισίν Έλληνες και απολαμβάνουσιν άνευ τινός διαφοράς όλων των πολιτικών δικαιωμάτων».

Αλλά είναι μόνο αυτοί οι Ρωμιοί της απελευθερωμένης Ελλάδας Έλληνες;
Σαφώς και όχι!
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι ελληνικές επαναστάσεις στη Μακεδονία.

-        Η πρώτη επανάσταση ήταν σχεδόν ταυτόχρονη με αυτήν της 25ης Μαρτίου 1821 και ξεκίνησε την 17η Μαίου 1821 στη Χαλκιδική με πρωτεργάτη τον Μακεδόνα Σερραίο Εμμανουήλ Παππά (1772-1821).

Οι επαναστάσεις αυτές στη Μακεδονία των ελληνόφωνων, σλαβόφωνων και βλαχόφωνων Ρωμιών οι οποίες κατέληξαν όλες με τον πιο βίαιο και αιματηρό τρόπο από τον Σουλτάνο είχαν έναν σκοπό.
Την ανάσταση της Ρωμανίας, της Ρωμιοσύνης.

Στις αρχές του 19ου αιώνα έχουμε ως γνωστόν την δημιουργία των εθνών-κρατών στα Βαλκάνια. Είναι η εποχή του «Διαφωτισμού» στην οποία δεσπόζουν επαναστατικές μορφές εθνικών ηρώων.
Ποια έθνη όμως υπήρχαν και ποια έθνη διεκδίκησαν την ανεξαρτησία τους;

Αναμφίβολα μια μεγάλη επαναστατική μορφή με όραμα είναι ο Ρήγας Βελεστινλής ή Φεραίος
Βλέπουμε στο «Σύνταγμα του Ρήγα» που απευθύνεται στον
«ελληνικό λαό, τουτέστιν ο εις τούτον το βασίλειον κατοικών, χωρίς εξαίρεσιν θρησκείας και γλώσσας..»
το δε «βασιλείον» κατά τον Ρήγα είναι η
 «Ρούμελη (Ελλαδα, Θρακομακεδονία και Ανατ. Ρωμυλία), Μικρά Ασία, Μεσόγειοι νήσοι και Βλαχομπογδανία» (Άρθρο 2).

Βουλγαρία πουθενά!

Στο Άρθρο 7 αναφέρει μάλιστα και τις διάφορες γενεές-φυλες:
Ο Μεγαλέξανδρος του Ρήγα ΦεραίουΒιέννη 1797
« Ο αυτοκράτωρ λαός είναι όλοι οι κάτοικοι του βασιλείου τούτου χωρίς εξαίρεσιν θρησκείας και διαλέκτου.
Έλληνες, Αλβανοί, Βλάχοι, Αρμένιδες, Τούρκοι και κάθε άλλο είδος γενεάς»

Ούτε οι Βούλγαροι ούτε οι «Μακεδόνες» λοιπόν είναι γνωστοί ως γενεά στα τέλη του 18ου αιώνα!

Αυτά οραματίζεται ο Ρήγας πριν την επανάσταση του 1821. Να σημειωθεί ότι ο Ρήγας Βελεστινλής ή Φεραίος ήταν Βλαχόφωνος!

Παρόλα ταύτα στον Θούριο του αναφέρει:
«Βουλγάροι κι᾿ Ἀρβανῆτες, Ἀρμένοι καὶ Ῥωμιοί,
Ἀράπηδες καὶ ἄσπροι, μὲ μιὰ κοινὴν ὁρμή,
Γιὰ τὴν ἐλευθερίαν, νὰ ζώσωμεν σπαθί,.».

Ένας άλλος μεγάλος ηγέτης και Κυβερνήτης της ελεύθερης Ελλάδας ήταν ο  Ιωάννης Καποδίστριας (1776-1831) που υπέβαλλε τον Απρίλιο 1828 σχέδιο για την αναδιοργάνωση των Βαλκανίων στον Τσάρο εν όψει του πολέμου που είχε κηρύξει εναντίον της Τουρκίας.

Το σχέδιο Καποδίστρια πρόβλεπε την Κωνσταντινούπολη ως πρωτεύουσα πέντε ημιαυτονόμων κρατών, δηλαδή της Δακίας, της Σερβίας, της Ηπείρου, της Μακεδονίας και της Ελλάδος.

Και εδώ κατά τον Καποδίστρια ούτε Βουλγαρία ούτε Βούλγαροι (δες π. Ρωμανίδης).
Το σχέδιό του απορρίφθηκε με τη συνθήκη της Αδριανουπόλεως (14.9.1829).
Ο Καποδίστριας ήθελε ως πρωτεύουσα του νέου κράτους την Κωνσταντινούπολη, την έδρα του Σουλτάνου!
Θα έλεγε κανείς, μα αφού δεν υπήρχε κατά τον Ρήγα βουλγαρικό έθνος πώς αναφέρεται στους Βουλγάρους.

Εδώ θα επικαλεστώ πάλι τον Torsten Szobries, ο οποίος στο βιβλίο του : ‘Sprachliche Aspekte des "nation-buildingin Mazedonien’ (δηλαδή «Γλωσσ(ολογ)ικές απόψεις για την εθνογένεση στη Μακεδονία») στη σελίδα 44 που αναφέρεται στη σύγχρονη Βουλγαρική εθνική κίνηση:
¨Από τα μέσα του 18ου αιώνα ξεκίνησε να σχηματίζεται η βουλγαρική μεσαία τάξη (Kaufmannstum) η οποία εξελίχθηκε μέσω αντιπροσωπειών μεγάλων δυτικών Εταιρειών και κατέληξε να έχει δικά εμπορικά γραφεία σε μεγάλες πόλης της Δύσης…..
Από αυτούς τους κύκλους καταγόταν και ο Petar Beron, ο οποίος στην Kronstadt εξέδωσε τη ‚Riben bukvar’ κατά τα πρώτυπα των ελληνικών και σερβικών αλφαβηταρίων και το οποίο απετέλεσε το πρώτο αναγνωστικό στην βουλγαρική γλώσσα¨.
Το Riben bukvar του
Petar Beron
1824
Ο ίδιος αναφέρει ως πηγή τον Fikret Adanir (‚Die Makedonische Frage‘ σελ. 59) ο οποίος αναλύει λεπτομερέστερα την άνοδο της βουλγαρικής μεσαίας τάξης και ο οποίος περιορίζει την δραστηριότητα μόνο στις παλιές βουλγαρικές μητροπόλεις (SvistovVidinRuseSliven..).

Όμως ο Petar Beron (1799-1871) από το Kotel της κεντρικής Βουλγαρίας,
από τους πρωτοπόρους της Βουλγαρικής Αναγέννησης.
ο οποίος σπούδασε ιατρική στο Μόναχο
μαζί με τον Αναστάσιο Πολυζωίδη (τον Δικαστή που δεν υπέγραψε την θανατική καταδίκη του Κολοκοτρώνη) από το Μελένικο,
 δηλώνει Έλληνας (Grieche) κατά εγγραφή του στο Πανεπιστήμιο το Μονάχου.

Η ελληνική υπογραφή του Petar Beron
στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου 1826/27
Μάλιστα υπογράφει ως «Ιατρός Πέτρος Χατζή Βερών» στην εγγραφή του το 1826 (δηλαδή 2 χρόνια μετά την συγγραφή του βουλγαρικού αναγνωστικού)
„Beron Hadsi, von Kodile Prov(inz) Trazina, aus Griechenland, Cand. d. Med. ..“,
Δηλαδή από την Κοτύλη, της Θράκης από Ελλάδα.


Τι θέλω να πω με αυτό.
Το ¨Βούλγαρος¨ δεν προσδιόριζε μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα μια εθνότητα αλλά είχε περισσότερο γεωγραφικό προσδιορισμό.
Ήταν κομμάτι του Rum milliet της Ρωμιοσύνης.

Που ήταν λοιπόν οι Βούλγαροι;
Αυτό που είναι αναμφισβήτητο είναι παρά την πλούσια ελληνική επαναστατική δραστηριότητα στην Μακεδονία, όπως ανέφερα πιο πάνω,
δεν υπάρχει κανείς επαναστάτης που να δηλώνει εθνικά Βούλγαρος!
Αυτό είναι ιστορικά τεκμηριωμένο!

Υπάρχουν τελικά Βούλγαροι όμως στις αρχές του 19ου αιώνα στη Μακεδονία και στην Βουλγαρία;
Η απάντηση είναι,
ναι υπάρχουν, αλλά είναι στις αρχές αμελητέα ποσότητα και μάλιστα ιερωμένοι οπαδοί του Παϊσίου Χιλανδραρινού και των μαθητών του, οπαδοί του πανσλαβισμού.
Ο πανσλαβισμός όπως θα δούμε αναλυτικά παρακάτω είναι η θεωρία που κατασκευάστηκε από Σλάβους καθολικούς Βενεδικτίνους μοναχούς τον 15ο αιώνα μ.Χ. και επεδίωκε την ένωση όλων των Σλάβων της Ευρώπης σε μια ενιαία εθνική οντότητα.
Βέβαια από πίσω βρισκόταν η επιθυμία και η επιδίωξη το καθολικισμού παπισμού πάνω στην ορθόδοξη σλαβική εκκλησία.

Έτσι οι πανσλαβιστές θα ψάξουν στην τουρκοκρατούμενη Μακεδονία και στην εξελληνισμένη Βουλγαρία για οπαδούς. 

Η Βουλγαρική Αναγέννηση ήταν προϊόν του πανσλαβισμού
με πρώτο εκφραστή επί μακεδονικού εδάφους
τον Παΐσιο Χιλανδαρινό,
ο οποίος αναπαρήγαγε την πανσλαβική ιδέα.

(ΤΕΛΟΣ ΠΡΩΤΟΥ ΜΕΡΟΥΣ)

ΓΙΑ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ Β΄ ΜΕΡΟΣ (κλικ)


Μαδεμλής Κωνσταντίνος του Νικολάου
Πτυχ. Φυσικός
Αναλυτής Πληροφοριακών Συστημάτων(Computer System Analyst)
π. Πρόεδρος Τοπικού Διαμερίσματος Πετρούσας
π. Δημοτικός Σύμβουλος Δήμου Προσοτσάνης

επ. Αντιπρόεδρος της Εταιρείας Δραμινών Μελετών
Email: mademlis@otenet.gr